Ανθυγιεινές συνήθειες αποκτούν τα παιδιά των εργαζόμενων μητέρων που αργότερα εξελίσσονται σε «κακή υγεία» ενώ οι μητέρες που ασχολούνται τον απαραίτητο χρόνο με την ανάπτυξη των παιδιών τους «μεγαλώνουν γερά παιδιά»!
Η μελέτη, που περιλάμβανε περισσότερα από 12.500 παιδιά ηλικίας 5 ετών, έγινε από το Ινστιτούτο Υγείας του Παιδιού του Πανεπιστημιακού Κολεγίου του Λονδίνου (UCL).
Σύμφωνα με την ανάλυση της έρευνας, τα παιδιά των εργαζόμενων μητέρων δεν ασκούνται όσο θα έπρεπε και μάλιστα καταναλώνουν περισσότερες ανθυγιεινές τροφές και πίνουν περισσότερα αναψυκτικά.
Τα παιδιά των εργαζόμενων μητέρων αφιερώνουν επίσης περισσότερο χρόνο μπροστά από την τηλεόραση ή την οθόνη του υπολογιστή, που φτάνει τουλάχιστον δύο ώρες τη μέρα, σε σχέση με τα παιδιά των μητέρων που παραμένουν στο σπίτι και φροντίζουν για τη σωστή ανάπτυξή τους.
Ακόμα, τα παιδιά των εργαζόμενων μητέρων πηγαίνουν συχνότερα στο σχολείο τους με σχολικό λεοφορείο ή το αυτοκίνητο των γονιών, σε σχέση με τα παιδιά των μαμάδων- νοικοκυρών και τα οποία περπατάνε ή πάνε στο σχολείο με το ποδήλατο.
Εντύπωση προκάλεσε επίσης το εύρημα πως όσο πιο ευέλικτο είναι το ωράριο της εργαζόμενης μητέρας, τόσο πιο υγιές φαίνεται πως είναι το στιλ ζωής του παιδιού.
Σύμφωνα με την υπεύθυνη της έρευνας Κάθριν Λο, «οι περιορισμοί του χρόνου πιθανόν να περιορίζουν την ικανότητα των γονιών να παρέχουν στα παιδιά τους υγιεινή διατροφή και ευκαιρίες για σωματική δραστηριότητα. Τα πορίσματα της έρευνας δεν σημαίνουν ότι οι μητέρες πρέπει να σταματήσουν να εργάζονται, αλλά ότι χρειάζονται πολιτικές και προγράμματα για να υποστηριχθούν οι εργαζόμενες μητέρες και οι γονείς γενικότερα».
Σε μια προηγούμενη έρευνα, επίσης του βρετανικού Ινστιτούτου Υγείας του Παιδιού, είχε διαπιστωθεί ότι τα παιδιά των εργαζόμενων μητέρων είναι πιο πιθανό να είναι υπέρβαρα ή παχύσαρκα μέχρι την ηλικία των τριών ετών.
Όπως έδειξε και η νέα έρευνα, τα παιδιά των εργαζόμενων μητέρων είναι πιθανότερο να τρώνε πατατάκια και γλυκά ανάμεσα στα γεύματα, να πίνουν παχυντικά αναψυκτικά με ζάχαρη και να κάνουν καθιστική ζωή.
Ειδικοί τόνισαν την ανάγκη να γίνουν και άλλες έρευνες για να διαπιστωθεί αν κάτι ανάλογο ισχύει και σε άλλες ηλικίες, πέρα από τα παιδιά των πέντε ετών.
Η μελέτη δημοσιεύτηκε στην επιστημονική επιθεώρηση Epidemiology and Child Health.