Χαρά, ξενοιασιά, ανεμελιά, ζωηράδα, ξέφρενο παιχνίδι, γέλιο; Για μια μεγάλη μερίδα παιδιών μια τέτοια περιγραφή δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητά τους. Υπάρχουν παιδιά που υποφέρουν από παιδική κατάθλιψη, διαταραχή του συναισθήματος παρόμοια με την κατάθλιψη στους ενήλικες. Η εφηβεία συχνά περιγράφεται με όρους που θα ταίριαζαν για την περιγραφή ενός καταθλιπτικού επεισοδίου. Μιλώντας για την εφηβεία, αναφέρουμε αυθόρμητα τη λύπη, τη διέγερση, το θυμό. Οι έφηβοι έχουν να ανταπεξέλθουν σε ξαφνικές σωματικές αλλαγές, στις πιέσεις των συνομηλίκων και τη δημιουργία ατομικής ταυτότητας.
Μέσα σε όλη αυτή τη σύγχυση, η κατάθλιψη δεν είναι πάντα ευδιάκριτη και συχνά κρύβεται πίσω από τα προβλήματα συμπεριφοράς και αντίδρασης των εφήβων. Τόσο τα παιδιά όσο και οι έφηβοι έχουν δυσκολία να εκφράσουν λεκτικά αυτό που τους συμβαίνει, με αποτέλεσμα οι γονείς να είναι αυτοί που πρώτοι συνάγουν την ύπαρξη προβλήματος από τις αλλαγές συμπεριφοράς του παιδιού.
Η κατάθλιψη είναι μια ανωμαλία του εγκεφάλου η οποία επηράζει το άτομο στο σύνολό του, στο πώς αισθάνεται, σκέφτεται και δρα. Η κατάθλιψη στα παιδιά και εφήβους εκδηλώνεται με παρόμοιο τρόπο με τους ενήλικες. Η κύρια όμως διαφορά είναι ότι στα παιδιά μπορεί να εκφράζεται με ευερέθιστη διάθεση κατά τη διάρκεια της ημέρας και όχι με καταθλιπτική διάθεση όπως στους ενήκλικες.
Χαρακτηριστικά βρεφικής κατάθλιψης
– Συναισθηματική ατονία. Το βρέφος δεν ασκεί τις αισθητηριακές του ικανότητες, δεν έχει διάθεση να κοιτάει, να ακούει, να μυρίζει, να κινείται, να γνωρίζει, να λειτουργεί, να προοδεύει.
– Μειωμένες κινητικές πρωτοβουλίες, φτωχή μιμική, μονοτονία, τάση για επανάληψη των ίδιων δραστηριοτήτων (απομονώνονται και κουνιούνται μπρος πίσω).
– Φτωχή αλληλεπιδραστική σχέση με τη μητέρα, μείωση των πρωτοβουλιών αλλά και των απαντήσεων στις προτροπές, αποτυχία επικοινωνίας.
Χαρακτηριστικά παιδικής και εφηβικής κατάθλιψης
– Συναισθήματα: Συχνά αισθάνεται λύπη, απελπισία, κενότητα, ενοχές, ότι δεν αξίζει. Δεν ευχαριστιέται καθημερινές χαρές και παρουσιάζει υπερευαισθησία στην κριτική. Παρουσιάζει μειωμένη αυτοεκτίμηση και συναισθήματα προσωπικής αναξιότητας. Πιστεύει ότι δεν είναι ικανός για τίποτα και ότι είναι καταδικασμένος να αποτύχει σε όλα με τα οποία μπορεί να ασχοληθεί.
– Σκέψη: Έχει δυσκολίες στη συγκέντρωση, στο να παίρνει αποφάσεις, να τελειώνει τα μαθήματά του, να παίρνει καλούς βαθμούς, να θυμάται. Επικεντρώνεται κυρίως στις ενδότερες σκέψεις του και ασκεί έντονη αυτοκριτική. Οι σκέψεις αυτές είναι συνήθως αρνητικές και απαισιόδοξες, ιδιαίτερα σε ότι αφορά το μέλλον.
– Σωματικά προβλήματα: Παραπονιέται συχνά για πονοκέφαλο, κοιλόπονο, στομαχόπονο, πόνο στην πλάτη/συνδέσμους, έλλειψη ενέργειας και σωματικής κόπωσης. Έχει προβλήματα στον ύπνο. Υπάρχουν σημαντικές αλλαγές στην όρεξη του, όπως έντονη αύξηση ή μείωση του σωματικού βάρους.
– Προβλήματα συμπεριφοράς: Μπορεί να παρουσιάσει αυξημένη κινητική δραστηριότητα και διέγερση ή αντίθετα υποτονική διάθεση και ορισμένες φορές υπερβολικό κλάμα. Η υποτονική διάθεση συνοδεύεται συχνά από μείωση των κοινωνικών επαφών. Δραστηριότητες που παλιά τον ευχαριστούσαν, τώρα μπορεί να μην του προκαλούν κανένα ενδιαφέρον. Αυτή η έλλειψη ενδιαφέροντος μπορεί να εκδηλώνεται από αυτόν ως πλήξη. Ενδέχεται να εκφράσει τη θλίψη του με επιθετική συμπεριφορά σε λεκτικό επίπεδο, με συχνά ξεσπάσματα θυμού, έντονο εκνευρισμό και ανησυχία, με καταστροφική συμπεριφορά ή να οδηγηθεί στην κατάχρηση αλκοόλ και ναρκωτικών ουσιών. Η στάση του απέναντι στο σχολείο μπορεί να γίνει ιδιαίτερα αρνητική και να αρχίσει να απομακρύνεται από τα σχολικά του καθήκοντα.
– Κίνδυνος αυτοκτονίας: Σκέφτεται για το θάνατο, αυτοκτονία, άλλα μακάβρια θέματα.
Πόσο συχνά εμφανίζεται η κατάθλιψη στα παιδιά και εφήβους;
Η συχνότητα της κατάθλιψης στα παιδιά κυμαίνεται ανάλογα με τις μελέτες από 0,4-2,5% για παιδιά κάτω τον 12 ετών. Το ποσοστό ανέρχεται σε 10-13% κατά την εφηβεία, ενώ 5% των εφήβων παρουσιάζει σοβαρή κατάθλιψη. Στην όψιμη εφηβεία η συχνότητα κυμαίνεται από 10% έως 20%. Στα παιδιά, η μείζων καταθλιπτική διαταραχή εκδηλώνεται σε περίπου ίδια αναλογία σε αγόρια και κορίτσια, σε αντίθεση με τους εφήβους και τους ενήλικες, ηλικίες στις οποίες υπερτερούν οι γυναίκες. Η διαφορά αποδίδεται σε διαφορετικές αιτίες, όπως αλλαγές στο επίπεδο των ορμονών, οι οποίες μπορούν να προδιαθέτουν σε ιδιαίτερη ευαισθησία.
Τα παιδιά που έχουν χρόνια ασθένεια, είναι παραμελημένα ή κακοποιημένα ή έχουν άλλη τραυματική εμπειρία έχουν περισσότερες πιθανότητες εμφάνισης κατάθλιψης. Από τη στιγμή που ένα παιδί εμφανίσει κλινική κατάθλιψη, κινδυνεύει να ξαναεμφανίσει καταθλιπτικό επεισόδιο στα επόμενα πέντε χρόνια. Σε πολλές χώρες, η αυτοκτονία είναι μια από τις τρεις πιο κοινές αιτίες του θανάτου στην ομάδα ηλικίας 15-34 ετών. Οι περισσότεροι έφηβοι που αποπειρώνται να αυτοκτονήσουν πάσχουν από κάποιας μορφής συναισθηματική διαταραχή. Τα αγόρια εμφανίζουν μεγαλύτερα ποσοστά θανάτου εξαιτίας αυτοκτονίας, ενώ τα κορίτσια υπερτερούν στην απόπειρα αυτοκτονίας και τον ιδεασμό αυτοκτονίας, χωρίς όμως να επέρχεται ο θάνατος.
Οι αιτίες της κατάθλιψης
Σύμφωνα με τα δεδομένα του Εθνικού Ινστιτούτου Ψυχικής Υγείας (ΝΙΜΗ) των ΗΠΑ η κατάθλιψη είναι πολυπαραγοντική.
Γενετικοί Παράγοντες
Υπάρχει αυξημένος κίνδυνος εμφάνισης κατάθλιψης όταν υπάρχει οικογενειακό ιστορικό της ασθένειας, πράγμα το οποίο υποδηλώνει πιθανόν κληρονομική βιολογική ευπάθεια. Εντούτοις, δε σημαίνει ότι καθένας που έχει βεβαρημένο οικογενειακό ιστορικό θα εμφανίσει και κατάθλιψη.
Βιοχημικοί Παράγοντες
Υπάρχουν πολλές ενδείξεις ότι η βιοχημεία του εγκεφάλου αποτελεί σημαντικό παράγοντα στην κατάθλιψη. Άτομα με κατάθλιψη έχουν σημαντικές δυσλειτουργίες ορισμένων εγκεφαλικών χημικών ουσιών, τους νευρομεταβιβαστές, όπως η σεροτονίνη και η νορεπινεφρίνη.
Περιβαλλοντικοί και άλλοι παράγοντες
Απώλειες σημαντικών ατόμων, δύσκολες σχέσεις, οικονομικά προβλήματα, σημαντική αλλαγή στη ζωή του ατόμου (πχ διαζύγιο γονιών για τα παιδιά), καταστάσεις παραμέλησης και συναισθηματικής αποστέρησης, παιδική κακοποίηση αποτελούν παράγοντες που συνεισφέρουν στην εμφάνιση κατάθλιψης.
Ψυχολογικοί και κοινωνικοί παράγοντες
Χαρακτηριστικά της προσωπικότητας του ατόμου, όπως πεσιμιστική σκέψη, χαμηλή αυτοεκτίμηση, αίσθηση ότι δεν έχει τον έλεγχο της ζωής του και τάση υπερβολικής ανησυχίας, συνεισφέρουν στην εμφάνιση κατάθλιψης.
Αυτά τα χαρακτηριστικά μπορεί να εντείνουν την επιρροή στρεσσογόνων καταστάσεων ή να παρεμποδίσουν όταν το άτομο προσπαθεί να τις αντιμετωπίσει και να αισθανθεί καλύτερα. Η ανατροφή και οι προσδοκίες ανάλογα με το φύλο του ατόμου επίσης επηρεάζουν τη διαμόρφωση αυτών των χαρακτηριστικών. Τα αρνητικά μοτίβα σκέψης αναπτύσσονται κατά την παιδική και εφηβική ηλικία.
Ποια η θεραπεία της κατάθλιψης;
Πληθώρα ερευνών δείχνουν ότι η ψυχολογική παρέμβαση και ιδιαίτερα η γνωστική-συμπεριφορική ψυχοθεραπεία, που στοχεύει στην αλλαγή τρόπου σκέψης και συμπεριφοράς του ατόμου, βοηθάει σημαντικά στο χειρισμό της παιδικής και εφηβικής κατάθλιψης.Με βάση το γνωστικό μοντέλο, τα καταθλιπτικά παιδιά και έφηβοι έχουν αναπτύξει παραμορφωμένη αντίληψη του κόσμου και του εαυτού τους (όπως, για παράδειγμα, ότι τα πράγματα δεν θα πάνε καλά, ότι είναι άχρηστοι και ανίκανοι), η οποία οφείλεται σε προηγούμενες κακές εμπειρίες. Όταν το παιδί βρίσκεται σε δύσκολες συνθήκες, αυτή η παραμορφωμένη αντίληψη εμφανίζεται και οδηγεί σε κατάθλιψη. Σύμφωνα με την γνωστική θεωρία, η κατάθλιψη δεν ενεργοποιείται απλώς από αρνητικές εμπειρίες ζωής, αλλά κυρίως από τον τρόπο με τον οποίο το άτομο τις αντιλαμβάνεται και τις επεξεργάζεται. Άρα ο αρνητικός και διαστρεβλωμένος τρόπος που τα παιδιά ερμηνεύουν τα γεγονότα επηρεάζει αρνητικά το πώς νιώθουν και συμπεριφέρονται και για αυτό εμφανίζουν καταθλιπτικά συναισθήματα και συμπεριφορές.Οπότε, στόχος της θεραπείας μέσα από τη χρήση γνωστικών και συμπεριφορικών τεχνικών είναι να αντικατασταθούν οι διαστρεβλωμένες αρνητικές σκέψεις που έχει το παιδί για τον εαυτό του και κόσμο με πιο προσαρμοστικές, θετικές σκέψεις.Σε πιο σοβαρές περιπτώσεις κατάθλιψης, μπορεί η ψυχολογική παρέμβαση να συνοδεύεται και από την κατάλληλη φαρμακευτική αγωγή.
Λουΐζα Ιωαννίδου, Σχολική Ψυχολόγος