Ο Serge Bielanko είναι ένας Αμερικανός μπαμπάς, ο οποίος αντιμετωπίζει το πρόβλημα πολλών ακόμα μπαμπάδων σε όλο τον κόσμο –και δη στην Ελλάδα: Δεν βγάζει αρκετά χρήματα –τόσα ώστε να μπορεί να προσφέρει στα παιδιά του όλα όσα ονειρεύονται. Η εξομολόγηση που θα διαβάσετε παρακάτω θα σας συγκινήσει και θα σας δώσει να καταλάβετε πώς μπορεί να νιώθει και ο μπαμπάς στην δική σας οικογένεια, αλλά δεν σας το έχει πει ποτέ.
«Θα έπρεπε να ντρέπεσαι, φίλε. Θα έπρεπε να κοιτάζεις τα παιδιά αυτά που εσύ δημιούργησες και να ντρέπεσαι που δεν μπορείς να τους προσφέρεις όσα χρειάζονται.»
Και ακριβώς εκείνη τη στιγμή είναι που πρέπει να πετάξω τον δαίμονα στις ράγες του τρένου. Ακριβώς εκείνη τη στιγμή είναι που αρχίζω να συνέρχομαι. Είμαι τόσο περήφανος για τα παιδιά μου. Τα αγαπώ όπως κάθε πατέρας αγαπά τα παιδιά του σαν τρελός. Έχουμε περάσει πολλά μαζί. Έχουμε αντιμετωπίσει τον τυφώνα “διαζύγιο”, έχουμε κατασταλάξει σε νέα σπίτια και έχουμε βάλει τα δυνατά μας να στηρίζουμε και να εμψυχώνουμε ο ένας τον άλλο, συχνά χωρίς καν να το συνειδητοποιούμε. Έτσι, αν επιτρέψω σε αυτή την ενοχή, η οποία έρχεται μαζί με το ντροπιαστικό μου εισόδημα, τους λογαριασμούς που σχηματίζουν βουνό και την ατέρμονη ερώτηση του αν και πότε θα τελειώσει όλο αυτό, αν επιτρέψω στη φωνή αυτή να με καταστρέψει, ξέρω πως ένα πράγμα είναι σίγουρο:
Η αγάπη θα υποφέρει. Οι ζωές μας θα υποφέρουν. Τα παιδιά μου μπορεί να υποφέρουν. Έχω βρεθεί τόσο κοντά στη φωτιά, φίλε. Την έχω νιώσει να με σιγοκαίει, έχω φυσήξει τις στάχτες της στην άκρη του μυαλού μου. Και δεν μπορώ να επιτρέψω να συμβεί κάτι τέτοιο. Δεν μπορώ να επιτρέψω στο γεγονός ότι δεν έχω τόσα χρήματα όσα έχουν άλλοι, να εισχωρήσει στο σαλόνι μας (στο μικρό μας σαλόνι). Ή στις κρεβατοκάμαρές μας (τις δύο όλες κι όλες, που χωρούν και τους τέσσερίς μας). Ή στο μπάνιο μας, στο οποίο γίνεται ένας πανικός κάθε πρωί, όταν βουρτσίζουμε τα δόντια μας όλοι μαζί!
Να πάει στο διάολο η φωνή αυτή.
Είναι ο δικός μου σταυρός που έχω να σηκώσω και αυτό που με βοηθά να τον σηκώνω είναι τα παιδιά. Δεν είναι αστείο; Δεν είναι περίεργο και αξιοθαύμαστο; Είμαι ένας μπαμπάς γεμάτος τύψεις και αρνητικές σκέψεις σε καθημερινή βάση, ο οποίος προσπαθεί διαρκώς να τα βγάλει πέρα με δάνεια και λογαριασμούς, που κάθε φορά που ακούει το κινητό του να χτυπάει σκέφτεται «αυτό δεν θα είναι για καλό…», κι όμως υπάρχουν εκείνα. Είναι τα παιδιά για τα οποία ανησυχώ αν θα μπορέσω να παρέχω τα πάντα και αυτά που με βοηθούν πάντα να καταλαβαίνω την αλήθεια.
Και η αλήθεια είναι ότι τα αγαπώ με ό,τι έχω. Και με ό,τι δεν έχω.
Η αλήθεια είναι ότι με αγαπούν κι εκείνα με τον ίδιο ακριβώς τρόπο.
Κι έτσι η αλήθεια είναι πως όσο δύσκολα κι αν γίνονται τα πράγματα κάποιες φορές –ή και συνέχεια, υπάρχουν πάντα τρεις υπέροχοι λόγοι που με κάνουν να προσπαθώ να βρω την άκρη σε όλα.
Δεν κατηγορώ κανέναν. Έζησα την ζωή μου όπως ήθελα, χωρίς κανείς να μου βάλει πιστόλι στον κρόταφο. Θα βρω τον τρόπο να βρω τις άκρες μου, ακόμα κι αν είναι το τελευταίο πράγμα που θα καταφέρω να κάνω. Αλλά πρέπει να υπενθυμίζω στον εαυτό μου πού και πού ότι είμαι καλός πατέρας. Ότι είμαι εξαιρετικός πατέρας. Ότι όσες αποτυχίες κι αν είχα μέχρι στιγμής στο να μπορέσω να σταθεροποιήσω την οικονομική μου κατάσταση δεν είναι κάτι πρωτοφανές στη ζωή αυτή –συμβαίνει και σε άλλους.
Οι πλούσιοι άνθρωποι «βγαίνουν» σε κάθε σχήμα, μέγεθος, χρώμα, μιλούν όποια γλώσσα μπορεί να φανταστεί κανείς, όλοι το ξέρουμε αυτό.
Όμως το “πλούσιος” είναι μία παραφορτωμένη λέξη. Δεν σημαίνει πάντα αυτό που θα έπρεπε. Ούτε το “ευκατάστατος”, ούτε το “μεσαίας τάξης”, ούτε το “την παλεύω οριακά”.
Και, αν κοιτάξετε πολύ προσεκτικά, θα δείτε ότι κάποιοι από τους πιο “πλούσιους”, ίσα που ξεχωρίζουν από τους άλλους. Αναμειγνύονται πολύ εύκολα. Οδηγούν τα μικρά, μεταχειρισμένα αυτοκινητάκια τους ήσυχα, το CD-player είναι χαλασμένο, γέλια ακούγονται μαζί με κλάματα από τα ανοιχτά παράθυρα, καθώς κατευθύνονται ευθεία στο ηλιοβασίλεμα ενός άλλου αύριο.
Ενός αύριο που είναι εξίσου αβέβαιο, όσο αυτή η απόδειξη των δύο ευρώ, χωμένη στο υπέροχο, ανακατεμένο συρτάρι μου.»