“Να Μην Αισθάνεσαι
Το παιδί ακούει καμιά φορά να του λένε, «δεν είσαι κουρασμένος, είσαι θυμωμένος» ή «δεν είσαι θυμωμένος, είσαι κουρασμένος» και καθεμιά απ’ αυτές τις φράσεις αποτελεί σχεδόν άμεσο μήνυμα να νιώσει το παιδί βαθιά μελαγχολία. Τα μικρά παιδιά δεν αισθάνονται όπως οι ενήλικες. Τα αισθάνονται όλα μαζί ή τίποτα. Όταν το μωρό έχει γεμάτη την κοιλιά του, νιώθει νηπιακή ευφορία. Αν η κοιλιά του είναι άδεια, το κυριεύει μαύρη απελπισία, συναίσθημα μηδαμινότητας, βαριά δυστυχία, τρόμος. Οι γονείς λένε στο παιδί, «είσαι πολύ γενναίος, δεν αισθάνεσαι τίποτα». Η μάνα μου έλεγε στη θεία μου τη Στέλλα: «Είναι τόσο καλός ο Νίκος! Κάθεται στην πολυθρόνα του οδοντογιατρού κι ούτε κιχ δε βγάζει!» Αυτό αποτελεί προσταγή: «μην αισθάνεσαι!»
Μερικοί από μας αποκτούμε εξαιρετικά ψηλό κατώφλι πόνου, αφού από μικροί για ένα πολλαπλό κάταγμα ακούγαμε τη διαβεβαίωση: «Δεν είναι τίποτα». Άλλοι δείχνουμε ιδιαίτερη ευαισθησία στο σωματικό πόνο: με την παραμικρή μας γρατζουνιά οι γονείς μας χαλούσαν τον κόσμο και μας έλεγαν ότι θα πρέπει να «πονάει πολύ». Όσο αυξάνεται η πείρα μου, τόσο λιγότερο πιστεύω στην ύπαρξη ατομικών διαφορών από κληρονομικότητα, αν και υπάρχουν πραγματικά.
Βέβαια, δε λένε οι γονείς στα παιδιά τους, «μην είσαι καλά», «μη χαίρεσαι», «να είσαι τέλειος», «να μην αισθάνεσαι». Αυτά, που αναφέρονται εδώ προέρχονται από τη συνολική διαμόρφωση του οικογενειακού συστήματος, που μεγαλώσαμε.
Στην περίπτωση του μηνύματος «να ‘σαι τέλειος» βρίσκουμε συνήθως και τους δυο γονείς υπερβολικά αυστηρούς κριτές, μεμψίμοιρους. Αν είστε έτσι προγραμματισμένοι, η υπεραυστηρή κριτική σας θα στραφεί ή σε σας τον ίδιο ή θα εκφραστεί για τους άλλους. 0 μεμψίμοιρος, που διακρίνει και βρωμιά μύγας σε άσπρο τοίχο από δέκα χιλιόμετρα μακριά, βλέπει ατέλειες στον καθένα. Περνάει λοιπόν τη ζωή του βρίσκοντας παντού ελαττώματα, βλέποντας ό,τι στραβό υπάρχει στον καθένα, χωρίς να βλέπει τι στραβό υπάρχει στον ίδιο. Ή, αντίστροφα, βλέπει ότι κάθε άλλος είναι καλύτερος από εκείνον και ταπεινώνει τον εαυτό του.
Όσο για τη δική μου περίπτωση, εγώ έζησα σαράντα έξι χρόνια υπεραυστηρός επικριτής χάνοντας τη χαρά, που χαρίζει η ζωή και η αποδοχή των άλλων. Ήθελα προπαντός να μ’ αγαπούν οι γύρω μου και να με δέχονται. Και ασυναίσθητα κατάφερα να με αποφεύγουν όλοι για να γλυτώσουν απ’ την μεμψιμοιρία μου.
Αυτό μπορεί κάτι να μας διδάξει. Ό,τι περισσότερο φοβάμαι, αυτό ίσα – ίσα προκαλώ και ό,τι περισσότερο θέλω, αυτό εμποδίζομαι ο ίδιος ν’ αποκτήσω. Αυτό επιφανειακά ίσως να φαίνεται γελοίο, μα ελάτε να το εξετάσουμε καλύτερα. Όταν θέλω πάνω απ’ όλα να πετύχει ο γιος μου, τότε κάνω ασυναίσθητα ό,τι χρειάζεται για να τον εμποδίσω. Όταν πάνω απ’ όλα φοβάμαι, μήπως δοθεί στο γιο μου το μήνυμα «μην πετύχεις», τότε αυτό ακριβώς του μεταβιβάζω με την υπερβολικά αυστηρή κριτική μου, με το να του δίνω το μήνυμα «να είσαι τέλειος».
Αποτελεί κοινή διαπίστωση για όσα παιδιά πάσχουν από δυσλεξία ή από κάποιο οργανικό ελάττωμα, πως οι γονείς φοβούνται προπαντός, μήπως το παιδί τους μεγαλώνοντας δεν είναι ανεξάρτητο. Συχνά και ολότελα ασυναίσθητα τα κάνουν αυτοί όλα αντί για το παιδί τους, το βοηθούν αδιάκοπα κι έτσι το προγραμματίζουν να μείνει άβουλο και εξαρτημένο.
Κείμενο της διεθνούς φήμης Παιδοψυχολόγου Γίρινα Πρέκοπ