Mέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1970, o πατέρας ως ψυχολογική οντότητα μέσα στην οικογένεια, ήταν σχεδόν ανύπαρκτος. Η ψυχολογική πατρότητα ήταν ρόλος επιγενής και έκφραση του συζυγικού συναισθήματος. Ως μια πιθανή αιτία του παραμερισμού του ρόλου του πατέρα γενικότερα, θεωρήθηκε η σχετικά περισσότερη ενασχόληση της μητέρας με το παιδί, ωστόσο, τις τελευταίες δεκαετίες ολοένα και περισσότεροι ψυχολόγοι χαρακτηρίζουν ιδιαίτερα σημαντικό το ρόλο του πατέρα στην κοινωνική, νοητική και συναισθηματική ανάπτυξη του παιδιού, ακόμη και από τον πρώτο χρόνο ζωής του βρέφους.
Από την Εύα Μεταλίδη
Οι θεωρητικές προσεγγίσεις της ψυχανάλυσης υποστηρίζουν ότι τα πρωταρχικά αισθήματα της ασφάλειας που βιώνει το παιδί από τον γονέα ”χτίζουν” τη μετέπειτα υγιή ψυχολογική ανάπτυξη του ενήλικα και είναι πασιφανές ότι η ποιότητα της ψυχοσυναισθηματικής κάλυψης παίζει πρωταρχικό ρόλο στις οικογενειακές σχέσεις.
Στη σχέση πατέρα- κόρης παίζει πολύ μεγάλο ρόλο η σχέση που είχε ο πατέρας με τη δική του μητέρα. Αν οι πρώτες του εμπειρίες με τη μητέρα του ήταν ”κακές”, θα ταυτίσει ασυνείδητα τη γυναίκα του με τη μητέρα του και θα αρχίσει να την θεωρεί ”κακή” μητέρα για το παιδί του, όταν η συμπεριφορά της απέναντι σε εκείνον τού τη θυμίζει κι όταν βιώνει τη γυναίκα του ως ανεπαρκή για την ανατροφή της κόρης του.
Οι μπαμπάδες χρειάζεται να θυμούνται πως οι κόρες δεν χρειάζονται έναν τέλειο πατέρα αλλά έναν πατέρα που τις αγαπάει, τον αγαπούν και κατανοούν τα λάθη του πολύ περισσότερο από την έλλειψη της δικής του στοργικής υποστήριξης.
Η έννοια του ασυνείδητου είναι σημαντική, διότι με την ταύτιση ο πατέρας βιώνει συναισθήματα από προηγούμενες εμπειρίες ως τωρινές, όμως δεν έχει επίγνωση ότι αυτή η κατάσταση είναι έργο του ασυνείδητου. Τα ασυνείδητα συναισθήματα επιθετικότητας προς τη μητέρα του θα στραφούν τώρα εναντίον της γυναίκας του και θα θελήσει όχι απλώς να βοηθήσει στην ανατροφή του παιδιού, αλλά και να την αναλάβει ολοκληρωτικά υποκαθιστώντας τη γυναίκα του. Στην ουσία, αυτή η επιλογή είναι μια δεύτερη ευκαιρία να ξαναζήσει τη νηπιακή του ηλικία όντας ο ίδιος ”καλύτερη μητέρα” για τα παιδιά του και να βελτιωθεί μέσα του η εικόνα της δικής του μητέρας.
Αν πετύχει, ο πατέρας θα είναι ευτυχής όχι μόνο για εκείνη αλλά και για τον εαυτό του, γιατί θα έχει ικανοποιήσει έτσι τις δικές του ναρκισσιστικές ανάγκες, οι οποίες συμβάλλουν στη δημιουργία υπερβολικής αυτοεκτίμησης και στην εικόνα του πατέρα για τον εαυτό του ότι είναι πλέον ιδιαίτερα ξεχωριστός και άξιος θαυμασμού. Αντίστοιχα, ο πατέρας μπορεί να προβάλλει στην κόρη ανεπιθύμητα στοιχεία της δικής του προσωπικότητας και μέσω της προβολικής αυτής ταύτισης να την απορρίπτει.
Η κόρη του τότε θα μεγαλώσει ενδοβάλλοντας, δηλαδή θα αφομοιώσει ασυνείδητα, την εικόνα που έχει ο πατέρας του γι’ αυτήν και θα σχηματίσει μια εικόνα του εαυτού της που θα χαρακτηρίζεται από χαμηλή αυτοεκτίμηση. Επιπλέον, όταν ο πατέρας δεν καλύπτεται συναισθηματικά από τη σύζυγό του, συχνά στρέφεται προς την κόρη για να καλύψει τις ανάγκες του αυτές, ”προσκολλάται” επάνω της και γίνεται σαφώς αποπλανητικός μαζί της.
Εδώ εγκυμονούνται κίνδυνοι γιατί αυτό δείχνει πως η σχέση πατέρα – κόρης έχει ξεπεράσει τα όρια και φορτίζει πολύ έντονα τόσο το κορίτσι όσο και τη μητέρα, η οποία αισθάνεται αποκλεισμένη από τη σχέση αυτή και αρχίζει να τον κατηγορεί για τον τρόπο που συμπεριφέρεται στην κόρη. Παράλληλα, η προσκόλληση του πατέρα στην κόρη του δημιουργεί φοβερές περιπλοκές στην ομαλή εξέλιξη και λύση του οιδιπόδειου συμπλέγματος, γιατί ο πατέρας δεν επιτρέπει ουσιαστικά στην κόρη του να προχωρήσει πέρα από αυτόν. Δεν βλέπει την κόρη του σαν ανεξάρτητη οντότητα, αλλά τη χρησιμοποιεί σαν αντικείμενο για τις ανικανοποίητες συναισθηματικές του ανάγκες.
Είναι αλήθεια πως δεν είναι εύκολη υπόθεση η πατρότητα. Και αυτό γιατί πιστεύουμε πως χρειάζονται πολλά πράγματα για να επιτύχει. Στην ουσία χρειάζεται ένα και μοναδικό: την αγάπη.
Η πατρότητα είναι η πληρέστερη αντρική εμπειρία στη ζωή γιατί μέσα απ’ αυτή ο άντρας ωριμάζει, νιώθει δυνατός και σημαντικός. Πολλοί είναι οι άντρες που πιστεύουν ότι είναι πιο εύκολο να μεγαλώσουν ένα γιο παρά μία κόρη. Ωστόσο, αυτή η πεποίθηση σχετίζεται με το φόβο ότι δεν θα τα καταφέρουν επειδή είναι άντρες και δεν σχετίζεται με την πραγματικότητα.
Το κορίτσι μεγαλώνοντας είναι σημαντικό και αναγκαίο να εισπράξει την αγάπη και το σεβασμό για το φύλο της από τον πατέρα της ώστε να νιώθει ασφαλής και να ενισχυθεί η αυτοπεποίθηση της. Σε πολύ μεγάλο βαθμό, η αυτοεκτίμηση του κοριτσιού εξαρτάται από τη στάση του πατέρα της. Αν ο πατέρας, για παράδειγμα, υποτιμά τις γυναίκες, θεωρεί ότι έχουν περιορισμένες δυνατότητες, ότι είναι αδύναμες και χρειάζονται την προστασία των ανδρών είναι πολύ πιθανό να μεταφέρει στην κόρη του αισθήματα ανεπάρκειας, αδυναμίας, περιορισμένη βούληση και τάσεις υποταγής στο αντρικό φύλο.
Επίσης, ο πατέρας λειτουργώντας ως πρότυπο στο κορίτσι επηρεάζει ιδιαίτερα, θετικά ή αρνητικά την επιλογή του συντρόφου της. Η κόρη βλέπει στον πατέρα τον ιδανικό σύντροφο και τον θαυμάζει. Δημιουργεί μέσα από το πρότυπό του την εικόνα για τον αντρικό ρόλο και τις αντρικές συμπεριφορές. Με κάποιο τρόπο κατευθύνει τις μελλοντικές της επιλογές, προσδοκίες και ελπίδες. Συμβάλλει δηλαδή στην κοινωνική και σεξουαλική ταυτότητα του κοριτσιού και στην ανάπτυξη της προσωπικότητάς της.
Οι μπαμπάδες χρειάζεται να θυμούνται πως οι κόρες δεν χρειάζονται έναν τέλειο πατέρα αλλά έναν πατέρα που τις αγαπάει, τον αγαπούν και κατανοούν τα λάθη του πολύ περισσότερο από την έλλειψη της δικής του στοργικής υποστήριξης. Είναι σημαντικό να θυμούνται οι μπαμπάδες πως ο χρόνος κυλάει γρήγορα και από εκεί που η μικρή πάει στο νηπιαγωγείο και τρελαίνεται να σκαρφαλώνει στην μπροστινή θέση του αυτοκινήτου για να κάτσει μαζί τους, πολύ γρήγορα θα φτάσει στην εφηβεία που θα απορροφηθεί από αλλαγές. Χρειάζεται τότε να έχει ήδη χτιστεί η σχέση εμπιστοσύνης για να κυλήσουν τα πράγματα ομαλά. Και είναι αλήθεια πως στη σημερινή εποχή οι μπαμπάδες δουλεύουν πολλές ώρες και οι κόρες δεν τους βλέπουν αρκετά.
Σε πολύ μεγάλο βαθμό, η αυτοεκτίμηση του κοριτσιού εξαρτάται από τη στάση του πατέρα της.
Μπορούν όμως να διατηρούν την επαφή ακόμα κι όταν δεν είναι μαζί, να τους τηλεφωνούν και να τους δείχνουν πως τις σκέφτονται. Είναι αναγκαίο επίσης, να είναι δίπλα τους σιωπηλοί και υποστηρικτικοί σε οτιδήποτε εκείνες επιχειρούν που περιλαμβάνει ρίσκο και να δείχνουν την περηφάνεια τους γι’ αυτές ακόμα κι όταν κάνουν λάθη. Να τις ενθαρρύνουν ακόμα κι όταν η πατρότητα απαιτεί ένα άλλο είδος τόλμης: το συναισθηματικό θάρρος, ένα σημείο που οι μπαμπάδες δυσκολεύονται συχνά να διαχειριστούν. Είναι πολύ σημαντικό να μην απομακρύνονται όταν εκείνες συγκινούνται ή γίνονται πολύ συναισθηματικές ακόμα κι όταν δεν είναι σίγουροι για το τι ακριβώς συμβαίνει.
Εύα Μεταλίδη
Συμβουλευτική Ψυχολόγος-Ψυχοθεραπεύτρια
Κλινική Ψυχοπαθολόγος
Δικαστική Πραγματογνώμων