Μελέτες δείχνουν ότι τα παιδιά είναι εξίσου ευαίσθητα και στη “σιωπηλή” οικογενειακή εχθρότητα – όχι μόνο στους κραυγαλέους καυγάδες.
Τα ζευγάρια μπορούν να εκπέμπουν το θυμό τους με όλων των ειδών τους μη λεκτικούς τρόπους: με ανταλλαγή άγριων βλεμμάτων ή με τη σιωπή τους, για παράδειγμα. Και ενώ είναι ευρέως κατανοητό ότι οι άγριοι καβγάδες και οι θορυβώδεις αντιπαραθέσεις μπροστά στα παιδιά είναι μια κακή ιδέα, η έρευνα δείχνει ότι για τα παιδιά, μια μη λεκτική σύγκρουση μπορεί να έχει ανάλογη επίδραση με μια λεκτική αντιπαράθεση.
Τα παιδιά λειτουργούν σαν συναισθηματικοί μετρητές , δήλωσε ο Ε. Mark Cummings, καθηγητής ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο της Notre Dame, που έχει διεξάγει εκτεταμένες μελέτες σχετικά με τις επιδράσεις της συζυγικής έριδας στα παιδιά, για περισσότερο από 20 χρόνια.
Τα παιδιά, εξηγεί, είναι απίστευτα εναρμονισμένα με τη συναισθηματική επικοινωνία των γονέων μεταξύ τους. Έτσι, γνωρίζουν πολύ καλά ότι, για τους γονείς τους, η μη λεκτική έκφραση είναι το κλειδί για την συναισθηματική τους επικοινωνία.
Για πολλά ζευγάρια, μια στάση μνησικακίας που σιγοκαίει, αλλά που δεν επιτρέπει μια διαφωνία να ξεσπάσει σε καβγά, μπορεί να φαίνεται ο καλύτερος τρόπος για να διαχειριστούν μια σύγκρουση. Αλλά η έρευνα δείχνει αυτό το είδος της έριδας μπορεί να επηρεάσει σημαντικά τη συμπεριφορά και το αίσθημα της συναισθηματικής ασφάλειας ενός παιδιού.
Όταν εκτίθενται σε μια παρατεταμένη ανεπίλυτη σύγκρουση, τα παιδιά είναι πιο πιθανό να μπουν σε διαμάχες με τους συνομηλίκους τους στο σχολείο και να δείχνουν σημάδια αγωνίας, θυμού και εχθρότητας. Μπορεί επίσης να έχουν προβλήματα στον ύπνο τη νύχτα, τα οποία μπορεί να υπονομεύσουν τις σχολικές επιδόσεις τους.
Σύμφωνα με διάφορες μελέτες στις οποίες μετρήθηκαν οι συναισθηματικές αντιδράσεις των παιδιών στο ενδογονεϊκή εχθρότητα, η απομάκρυνση και η έλλειψη συνεργασίας ανάμεσα στα ζευγάρια, έχει αποδειχθεί ότιαυξάνει τον κίνδυνο το παιδί να αναπτύξει ψυχολογικά προβλήματα, όπως για παράδειγμα κατάθλιψη, άγχος, κοινωνική απόσυρση και επιθετικότητα.
Τα ευρήματα αποκάλυψαν επίσης ότι τα παιδιά προσχολικής ηλικίας που αντιμετωπίζουν υψηλά επίπεδα οικογενειακών συγκρούσεων, πιέζονται συναισθηματικά τόσο πολύ, ώστε παρουσιάζουν σωματοποίηση των αντιδράσεων, όπως την αύξηση του καρδιακού ρυθμού και της αρτηριακής πίεσης. Τα παιδιά μπορεί επίσης να αναγκαστούν να μεσολαβήσουν και να διαπραγματευτούν τη σύγκρουση των γονιών τους.
Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι η μη λεκτική εχθρότητα, όπως τα άγρια βλέμματα, τα μούτρα, ή η άρνηση κάποιου συντρόφου να απαντήσει, προκαλούσε αναστάτωση στα παιδιά αντίστοιχη με το να βλέπουν τους γονείς τους να τσακώνονται ή να φωνάζουν. Δεν είναι μόνο αυτά που είναι ορατά – Νομίζω ότι οι άνθρωποι υποτιμούν την ευαισθησία των παιδιών σε σχέση με το περιβάλλον τους είπε ο Cummings.
Σε ένα άλλο πείραμα, οι γονείς κλήθηκαν να διατηρήσουν ημερολόγια στο σπίτι στο οποίο θα καταγράφουν τις συγκρούσεις που συνέβησαν τόσο μπροστά στα παιδιά τους, αλλά και πίσω από κλειστές πόρτες. Οι ερευνητές κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι τα παιδιά καταλαβαίνουν εκείνα τα πράγματα συμβαίνουν έξω από το οπτικό τους πεδίο.
Με άλλα λόγια, τα παιδιά είναι ειδικοί αναλυτές: Μπορούν να πουν αν οι γονείς προσποιούνται ότι επίλυσαν τα προβλήματά τους, αλλά και πότε έχουν καταφέρει την πραγματική επίλυσή τους.
Οι γονείς δεν χειρίζονται πάντα σωστά τα πράγματα, είπε ο Cummings. Νομίζουν ότι κάνουν το σωστό, αλλά στην πραγματικότητα υπάρχουν τρόποι αντίδρασης που μπορεί να είναι ή να μην είναι τόσο καλοί για τα παιδιά τους.
Τα καλά νέα που παρατηρήθηκαν επανειλημμένα στην έρευνα, είναι ότι εαν οι γονείς προσπαθούν από κοινού για το συμβιβασμό και τα παιδιά εισπράττουν αυτά τα θετικά συναισθήματα, τότε απομακρύνονται οι αρνητικές επιπτώσεις.
Φυσικά, η επίλυση των διαφορών από μόνη της δεν μπορεί να σώσει κάθε γάμο, αλλά υπάρχουν διαθέσιμοι τρόποι που μπορούν να βοηθήσουν τα ζευγάρια να εμβαθύνουν καλύτερα στη σχέση τους και να δώσουν το καλό παράδειγμα στα παιδιά τους.
Στο βιβλίο The Seven Principles for Making Marriage Work, οι συγγραφείς, John F. Gottman και Nan Silver, σημειώνουν ότι τα ζευγάρια που χρησιμοποιούν τη συναισθηματική τους νοημοσύνη και αγκαλιάζουν τις ανάγκες του άλλου, χωρίς συνεχώς να διαφωνούν και να αντιδρούν ο ένας στον άλλο, είναι πολύ πιο πιθανό να μεταδώσουν αυτή την ικανότητα στα παιδιά τους. Ο παράγοντας αυτός, σύμφωνα με το βιβλίο, αποτελεί και ένα σημαντικό προγνωστικό παράγοντα της επιτυχίας ενός παιδιού αργότερα στη ζωή: Ένα παιδί που είναι περισσότερο σε επαφή με τα συναισθήματά του και είναι σε θέση να συνεννοείται με τους άλλους, έχει ένα καλύτερο μέλλον, ανεξάρτητα από το ακαδημαϊκό IQ του.
Ο Cummings και η ομάδα του αυτή τη στιγμή, αναπτύσσουν ένα πρόγραμμα που μπορεί να βοηθήσει τους γονείς να διδαχθούν πως να χειριστούν καλύτερα τη διχόνοια. Το επίκεντρο του προγράμματος είναι η διδασκαλία των γονιών, ώστε να διακρίνουν την εποικοδομητική από την καταστροφική σύγκρουση και με έμφαση στην χρήση της τακτικής επικοινωνίας για την επίλυση των διαφωνιών.
Η επίλυση των διαφορών είναι σαν ένα θαυματουργό φάρμακο, είπε ο Cummings. Τα παιδιά δεν επωφελούνται από γονείς που δεν λένε αυτό που αισθάνονται, όταν είναι σαφές ότι δεν αισθάνονται καλά για κάτι. Τα παιδιά καταλαβαίνουν τι γίνεται, είτε συμβαίνει μπροστά τους, είτε πίσω από κλειστές πόρτες.