Ένα άρθρο ανατρεπτικό σε σχέση με ό,τι έχουμε διαβάσει για το συγκεκριμένο θέμα.
Είτε βρίσκεσαι σε μία παιδική χαρά, σε ένα σχολείο,ή σε κάποιο πάρτι γενεθλίων μία φράση επαναλαμβάνεται συνεχώς: «Μπράβο!»
Ακόμα και μικρά βρέφη επαινούνται που χτυπούν με τα χέρια τους παλαμάκια! Πολλοί από μας ξεστομίζουμε αυτές τις κρίσεις στα παιδιά μας σε σημείο που να αποτελεί σχεδόν ένα λεκτικό τικ.
Υπάρχουν πολλά βιβλία και άρθρα τα οποία συμβουλεύουν ενάντια στη σωματική τιμωρία, από το κοινώς λεγόμενο «ξύλο» ως την απομόνωση (το λεγόμενο «time out» ή «καρεκλάκι σκέψης»). Κάποιες φορές αμφισβητείται και η πρακτική της δωροδόκησης των παιδιών με αυτοκόλλητα ή φαγητό. Αλλά δύσκολα βρίσκεται μία αποτρεπτική κουβέντα γι’ αυτό που ευφημιστικά ονομάζεται «θετική ανατροφοδότηση».
Προς αποφυγή παρεξηγήσεων, το θέμα δεν είναι να αμφισβητήσουμε τη σημασία της υποστήριξης και της ενθάρρυνσης στα παιδιά, την ανάγκη να τα αγαπάμε και να τα αγκαλιάζουμε και να τα βοηθάμε να νιώσουν καλά με τους εαυτούς τους. Ο έπαινος, όμως είναι εντελώς διαφορετικό πράγμα. Ορίστε το γιατί:
1. Χειραγωγεί τα παιδιά.
Ας υποθέσουμε ότι χρησιμοποιούμε μία λεκτική αμοιβή για να ενισχύουμε δύο συμπεριφορές: ενός δίχρονου που τρώει χωρίς να φτύνει το φαγητό του και ενός πεντάχρονου που μαζεύει τα πράγματά του. Ποιος ωφελείται από αυτό; Μήπως το «Μπράβο!» έχει λίγη σχέση με τις συναισθηματικές τους ανάγκες και περισσότερη με τη δική μας άνεση;
Η Rheta DeVries, καθηγήτρια εκπαίδευσης στο πανεπιστήμιο της βόρειας Αϊόβα, αναφέρεται σε αυτήν την πρακτική ως «έλεγχος με γλυκό περιτύλιγμα». Όπως ακριβώς και με τις χειροπιαστές αμοιβές – όχι, σε αυτήν την περίπτωση τις τιμωρίες – είναι ένας τρόπος να κάνουμε τα παιδιά να συμμορφώνονται στις προσδοκίες μας.
Παρόλο που αποτελεί αποτελεσματικό τρόπο (τουλάχιστον στην αρχή), είναι εντελώς διαφορετικό από το να δουλεύεις με τα παιδιά σε μία συζήτηση π.χ.για το τι κάνει μία τάξη ή μία οικογένεια να λειτουργεί ομαλά, ή πώς οι άλλοι επηρεάζονται από αυτό που κάνουμε ή δεν κάνουμε. Η δεύτερη προσέγγιση όχι μόνο σέβεται τα παιδιά περισσότερο αλλά είναι πιο πιθανό να τα βοηθήσει να γίνουν στοχαστικοί άνθρωποι.
2. Δημιουργεί παιδιά εθισμένα στον έπαινο.
Οπωσδήποτε, δεν είναι κάθε δική μας χρήση επαίνου μία υπολογισμένη τακτική που αποσκοπά στον έλεγχο της συμπεριφοράς των παιδιών. Μερικές φορές κολακεύουμε τα παιδιά απλώς γιατί είμαστε αληθινά ευχαριστημένοι με αυτό που έχουν κάνει. Ακόμα και τότε, όμως, αξίζει να δούμε το θέμα βαθύτερα. Αντί να τονώσει το αυτο-συναίσθημα των παιδιών, ο έπαινος ίσως αυξάνει την εξάρτηση των παιδιών από μας.
Όσο πιο πολύ λέμε «Μου άρεσε ο τρόπος που…» ή «Ωραία ……..» τόσο περισσότερο τα παιδιά στηρίζονται στις δικές μας αξιολογήσεις και αποφάσεις για το τι είναι καλό και λάθος, από το να μαθαίνουν να κάνουν τις δικές τους κρίσεις. Τα οδηγεί να μετρούν την αξία τους ανάλογα με τι μας κάνει να χαμογελάμε και τους δίνει περισσότερη αποδοχή.
Η Mary Rudd Rowe, ερευνήτρια στο πανεπιστήμιο της Φλόριντα, ανακάλυψε ότι οι μαθητές που επαινούνται γενναιόδωρα από τους δασκάλους τους ήταν περισσότερο διστακτικοί στις απαντήσεις τους, περισσότερο επιρρεπείς να απαντήσουν με ερωτηματικό τόνο (μμμ, εφτά;). Τείνουν να αποσύρονται από μία ιδέα που προτείνουν αμέσως μόλις ένας ενήλικας διαφωνήσει μαζί τους. Και είναι λιγότερο πιθανό να επιμένουν σε δύσκολες εργασίες ή να μοιράζονται τις ιδέες τους με άλλους μαθητές.
Τελικά, το «Μπράβο!» δεν καθησυχάζει τα παιδιά, στην ουσία τα κάνει να νιώθουν λιγότερο ασφαλή. Μπορεί ακόμα να δημιουργήσει ένα φαύλο κύκλο που όσο περισσότερο απλώνουμε έπαινο, τόσο περισσότερο τα παιδιά δείχνουν να τον χρειάζονται και έτσι τα επαινούμε ακόμα περισσότερο.
Δυστυχώς, κάποια από αυτά τα παιδιά θα μεγαλώσουν γινόμενοι ενήλικες που θα συνεχίσουν να χρειάζονται κάποιον να τους χτυπάει στο κεφάλι και να τους λέει αν αυτό που έκαναν ήταν ΟΚ. Και σίγουρα αυτό δεν είναι αυτό που ονειρευόμαστε για τις κόρες και τους γιους μας.
3. Κλέβει την ευχαρίστηση των παιδιών.
Εκτός από το θέμα της εξάρτησης, ένα παιδί αξίζει να χαίρεται τα κατορθώματά του, να αισθάνεται περήφανο από το τι έμαθε να κάνει. Επίσης, του αξίζει να αποφασίζει πότε να αισθανθεί έτσι. Κάθε φορά που λέμε «Μπράβο!» ωστόσο, υποδεικνύουμε σε ένα παιδί πώς να νιώσει.
Φυσικά, υπάρχουν στιγμές που οι αξιολογήσεις μας είναι κατάλληλες και η καθοδήγησή μας είναι απαραίτητη -ειδικά με νήπια και παιδιά προσχολικής ηλικίας. Αλλά μία συνεχής σειρά κρίσεων δεν είναι ούτε αναγκαία ούτε χρήσιμη για την ανάπτυξη των παιδιών. Δυστυχώς, δεν αντιλαμβανόμαστε ότι το «Μπράβο! Καλά τα κατάφερες» είναι μία αξιολόγηση ακριβώς όπως και το «Χάλια τα κατάφερες!». Αυτό που πρέπει να κρατήσουμε στη θετική κρίση δεν είναι ότι είναι θετική αλλά ότι είναι κρίση. Και οι άνθρωποι, συμπεριλαμβανομένων και των παιδιών, δεν τους αρέσει να τους κρίνουν.
Φυλάω σαν κόρη οφθαλμού τις φορές που η κόρη μου κατάφερε να κάνει κάτι για πρώτη φορά ή καλύτερα απ’ ότι το έκανε τις άλλες φορές. Αλλά προσπαθώ να αντιστέκομαι στην αντανακλαστική κίνηση να πω «Μπράβο!» γιατί δε θέλω να διαλύσω τη χαρά της. Θέλω να μοιραστεί την ευχαρίστηση μαζί μου και όχι να με κοιτάξει σαν ένορκο. Θέλω να αναφωνήσει τα κατάφερα (πράγμα που συχνά κάνει) αντί να με ρωτήσει με αβεβαιότητα «Ήταν καλό;»
4. Κάνει τα παιδιά να χάνουν το ενδιαφέρον τους στη δραστηριότητα.
Το «Ωραία ζωγραφιά!» ίσως κάνει τα παιδιά να συνεχίζουν να ασχολούνται όσο χρόνο τα κοιτάμε και τα επαινούμε. Αλλά, προειδοποιεί η Lilian Katz, μία αμερικανίδα αυθεντία στην προσχολική εκπαίδευση, «όταν η προσοχή αποσυρθεί, πολλά παιδιά δεν αγγίζουν τη δραστηριότητα ξανά».
Πράγματι, ένα εντυπωσιακά μεγάλο κομμάτι ερευνών δείχνει ότι όσο πιο πολύ ανταμείβουμε τους ανθρώπους για κάτι που κάνουν, τόσο τείνουν να χάνουν το ενδιαφέρον τους σε αυτό που είχαν να κάνουν για να πάρουν την αμοιβή. Το θέμα δεν είναι να ζωγραφίσω, να διαβάσω, να σκεφτώ, να δημιουργήσω -το θέμα είναι να κερδίσω: παγωτό, αυτοκόλλητο ή απλά ένα «Μπράβο!»
Σε μία ανησυχητική έρευνα που διεξήχθη από την Joan Grusec του πανεπιστημίου του Τορόντο, μικρά παιδιά τα οποία επαινούνταν συχνά για επίδειξη γενναιοδωρίας έτειναν να είναι λιγότερο γενναιόδωρα σε καθημερινή βάση από τα υπόλοιπα παιδιά.
Κάθε φορά που άκουγαν «Μπράβο που μοιράστηκες!» ή «Είμαι τόσο περήφανος που βοήθησες» ενδιαφερόντουσαν λιγότερο να μοιραστούν ή να βοηθήσουν. Δεν έβλεπαν αυτές τις πράξεις σαν κάτι που έκαναν για δικό τους λόγο αλλά ως κάτι που έπρεπε να κάνουν για να πάρουν μία αντίδραση από κάποιον μεγάλο. Η γενναιοδωρία γινόταν καταναγκαστικά.
Ο έπαινος παρακινεί τα παιδιά; Σίγουρα. Όμως, τα παρακινεί στον έπαινο. Και συχνά σε βάρος της δέσμευσης τους σε αυτό που έκαναν και έφερε τον έπαινο.
5. Μειώνει την επιτυχία.
Δεν αρκεί που το «Μπράβο!» μπορεί να υποβαθμίσει την ανεξαρτησία, την ικανοποίηση και το ενδιαφέρον, μπορεί να παρέμβει και στο πόσο καλά τα παιδιά μπορούν να κάνουν κάτι. Ερευνητές αποδεικνύουν συνέχεια ότι τα παιδιά που επαινούνται για κάτι δημιουργικό που έκαναν τείνουν να σκοντάφτουν στην επόμενη εργασία ή δεν τα καταφέρνουν τόσο καλά όσο τα παιδιά που δεν επαινέθηκαν στην αρχή.
Γιατί συμβαίνει αυτό; Εν μέρει γιατί ο έπαινος δημιουργεί πίεση (να «συνεχίσεις την καλή δουλειά») η οποία στην πραγματικότητα σε εμποδίζει να το κάνεις. Εν μέρει γιατί το ενδιαφέρον σε αυτό που έκαναν μπορεί να έχει μειωθεί. Εν μέρει γιατί είναι λιγότερο πιθανό να πάρουν ρίσκα -βασικό προαπαιτούμενο της δημιουργικότητας- αφού σκέφτονται πώς θα συνεχίσουν να λαμβάνουν θετικά σχόλια.
Πιο γενικά, το «Μπράβο!» είναι κατάλοιπο μιας προσέγγισης της ψυχολογίας που μειώνει όλη την ανθρώπινη ζωή σε συμπεριφορές που μπορούν να υπολογιστούν και να μετρηθούν. Δυστυχώς, αυτό αγνοεί τις σκέψεις, τα συναισθήματα, και τις αξίες που κρύβονται πίσω από αυτές τις συμπεριφορές. Για παράδειγμα, ένα παιδί μπορεί να μοιράζεται το φαγητό με το φίλο του με σκοπό να επαινεθεί ή για να σιγουρευτεί ότι το άλλο παιδί δεν πεινάει. Ο έπαινος αγνοεί αυτά τα δύο κίνητρα. Ακόμα χειρότερα, προωθεί το λιγότερο επιθυμητό κίνητρο με το να κάνει να παιδιά να επιζητούν τον έπαινο στο μέλλον.
*
Μόλις αποστασιοποιηθείς και αρχίσεις να βλέπεις τον έπαινο ως αυτό που είναι -και κυρίως ως αυτό που κάνει- αυτές οι συνεχείς μικρές εκρήξεις κρίσεων από τους ενήλικες αρχίζουν να παράγουν το ίδιο αποτέλεσμα όπως νύχια που τρίβονται στον μαυροπίνακα. Αρχίζεις να επιθυμείς ένα παιδί να δώσει επιτέλους στους γονείς και τους δασκάλους του μία γεύση της ευαισθησίας τους γυρνώντας και λέγοντας τους (με τον ίδιο γλυκό τόνο στη φωνή) «Μπράβο! Ωραίος έπαινος!»
Πάντως δεν είναι εύκολη συνήθεια για να κοπεί. Μπορεί να φαίνεται παράξενο, τουλάχιστον στην αρχή, να σταματάς να επαινείς. Νιώθεις σαν να είσαι ψυχρός ή να παρακρατάς κάτι. Αλλά, αυτό σύντομα γίνεται ξεκάθαρο, δείχνει ότι επαινούμε γιατί εμείς νιώθουμε την ανάγκη να επαινέσουμε παρά τα παιδιά έχουν την ανάγκη να ακούσουν τον έπαινο. Άσχετα του αν είναι σωστό αυτό, είναι ώρα να αναθεωρήσουμε τις πρακτικές μας.
Αυτό που χρειάζονται τα παιδιά είναι απόλυτη υποστήριξη, αγάπη χωρίς όρους. Αυτό είναι όχι μόνο διαφορετικό από τον έπαινο, είναι εντελώς αντίθετο. Το «Μπράβο!» είναι συνθήκη. Σημαίνει ότι δίνουμε προσοχή, αναγνώριση και έγκριση μόνο όταν κάνουμε κάτι που μας ευχαριστεί.
Αυτό το επιχείρημα είναι πολύ διαφορετικό από την κριτική που κάποιοι κάνουν ότι επιδοκιμάζουμε τα παιδιά υπερβολικά ή ότι το κάνουμε πολύ εύκολα. Προτείνουν να είμαστε πιο διστακτικοί με τον έπαινο και να απαιτούμε από τα παιδιά να τον «κερδίσουν».
Αλλά το πραγματικό πρόβλημα δεν είναι ότι τα παιδιά περιμένουν ότι θα επαινεθούν για ό,τι κάνουν. Είναι ότι εμείς μπαίνουμε στον πειρασμό να κάνουμε παρακάμψεις, να χειραγωγούμε τα παιδιά με αμοιβές αντί να τους εξηγούμε και να τα βοηθάμε να αναπτύσσουν τις απαιτούμενες δεξιότητες και αξίες.
Υπάρχει εναλλακτική; Εξαρτάται από την περίσταση, αλλά οτιδήποτε αποφασίσουμε να κάνουμε αντί επαίνου πρέπει να προσφέρεται στο πλαίσιο της αυθεντικής στοργής και αγάπης για το τι είναι τα ίδια τα παιδιά είναι παρά για το τι έχουν κάνει. Όταν παρέχεται υποστήριξη χωρίς όρους τα «Μπράβο!» είναι περιττά Όταν η υποστήριξη χωρίς όρους είναι απούσα τα «Μπράβο!» δε θα βοηθήσουν σε τίποτα.
Αν επαινούμε τις θετικές πράξεις ως τρόπο να αποθαρρύνουμε την λάθος συμπεριφορά, αυτό πιθανότατα δε θα είναι αποτελεσματικό για καιρό. Ακόμα και όταν βοηθάει, δεν μπορούμε να πούμε ότι το ίδιο το παιδί συμπεριφέρεται σωστά. Πιο ακριβές είναι να πούμε ότι ο έπαινος είναι αυτός που το κάνει να συμπεριφέρεται σωστά. Η εναλλακτική είναι να δουλέψουμε με το παιδί, να αναζητήσουμε τους λόγους που αντιδρά έτσι. Ίσως πρέπει να αναθεωρήσουμε τα δικά μας αιτήματα παρά να ψάξουμε να βρούμε τρόπο να αναγκάσουμε το παιδί να υπακούσει. (Αντί δηλαδή, να χρησιμοποιήσουμε το «Μπράβο!» για να κάνουμε ένα τετράχρονο να κάτσει ήσυχα κατά τη μεγάλη διάρκεια ενός μαθήματος ή ενός οικογενειακού γεύματος ίσως αναζητούσαμε αν είναι λογικό να περιμένουμε από ένα τετράχρονο να κάνει κάτι τέτοιο)
Επίσης, πρέπει να φέρουμε τα παιδιά στη διαδικασία του να παίρνουν αποφάσεις. Αν ένα παιδί κάνει κάτι που ενοχλεί τους άλλους τότε είναι πιο πιθανό να λυθεί το πρόβλημα με το να κάτσουμε αργότερα μαζί του και να το ρωτήσουμε «Τι πιστεύεις ότι μπορούμε να κάνουμε για να λύσουμε αυτό το πρόβλημα;» παρά με λαδώματα και απειλές. Αυτή η διαδικασία βοηθά το παιδί να λύνει προβλήματα και του διδάσκει ότι οι ιδέες και τα αισθήματα είναι σημαντικά. Φυσικά, αυτή η διαδικασία απαιτεί χρόνο και ταλέντο, φροντίδα και σθένος. Πετώντας ένα «Μπράβο!» όταν το παιδί δρα όπως ακριβώς επιθυμούμε δεν απαιτεί αυτά τα πράγματα, γεγονός που εξηγεί γιατί οι τακτικές και οι συμβουλές του «doing to» είναι πιο δημοφιλές από αυτές του «working with».
Και τι μπορούμε να πούμε όταν τα παιδιά κάνουν κάτι εντυπωσιακό; Αναλογιστείτε αυτές τις τρεις αντιδράσεις:
* Μην πείτε τίποτα.
Κάποιοι πιστεύουν ότι όταν το παιδί κάνει μία καλή πράξη πρέπει να ενθαρρύνεται γιατί, κρυφά ή ασυνείδητα, πιστεύουν ότι η πράξη τους ήταν τυχαία. Δηλαδή, τα παιδιά είναι κατά βάθος κακά, και πρέπει να τους δίνετε ένας τεχνητός λόγος για να φέρονται καλά (μία λεκτική αμοιβή, π.χ.) Αλλά αν αυτός ο κυνισμός είναι αβάσιμος -και πολλές έρευνες δείχνουν ότι είναι- τότε ο έπαινος δεν είναι ουσιαστικά απαραίτητος.
*Πείτε ό,τι είδατε.
Ένα απλό και χωρίς κρίσεις σχόλιο («Έβαλες τα παπούτσια σου μόνος σου» ή απλά «Τα κατάφερες») δείχνει στο παιδί ότι το παρατήρησες. Επίσης, του επιτρέπει να νιώσει περήφανο γι’ αυτό που έκανε. Σε άλλες περιπτώσεις μια πιο λεπτομερής περιγραφή ίσως είναι καλύτερη. Αν το παιδί ζωγραφίσει μία αφίσα, μπορείς να του δώσεις ανατροφοδότηση -όχι κρίση- σχετικά με αυτό που παρατήρησες: «Αυτό το βουνό είναι τεράστιο!» «Φίλε μου, χρησιμοποίησες πολύ μωβ σήμερα!»
Αν το παιδί κάνει κάτι καλό σε κάποιον άλλο ή φερθεί γενναιόδωρα, μπορείς απλά να στρέψεις την προσοχή του στο αποτέλεσμα που είχε η δική του πράξη στον άλλο: «Κοίτα το πρόσωπο της! Είναι πολύ χαρούμενη που της έδωσες το λίγο από το φαγητό σου!» Αυτό είναι εντελώς διαφορετικό από τον έπαινο που η έμφαση είναι στο πως εσύ ο ίδιος νιώθεις γι’ αυτήν την πράξη.
*Μιλήστε λίγο, ρωτήστε περισσότερο.
Ακόμα καλύτερα και από τις περιγραφές είναι οι ερωτήσεις. Γιατί να πεις ποιο κομμάτι της ζωγραφιάς σου άρεσε περισσότερο όταν μπορείς να ρωτήσεις τι είναι εκείνο που αρέσει περισσότερο στο ίδιο το παιδί. Ρωτώντας «Ποιο ήταν το πιο δύσκολο κομμάτι να ζωγραφίσεις;» ή «Πώς διαπίστωσες πώς να κάνεις τα πόδια στο σωστό μέγεθος;» είναι πιθανότερο να καλλιεργήσεις το ενδιαφέρον για τη ζωγραφική. Με το «Μπράβο!» όπως είδαμε, μάλλον θα έχεις το αντίθετο αποτέλεσμα.
Αυτό δε σημαίνει ότι όλα τα κοπλιμέντα, τα ευχαριστώ και οι εκφράσεις ευχαρίστησης είναι βλαβερές. Πρέπει να λαμβάνουμε υπόψη τα κίνητρά μας για όσα λέμε (μία γνήσια έκφραση ενθουσιασμού είναι καλύτερη από την επιθυμία να χειραγωγήσουμε τη μελλοντική συμπεριφορά του παιδιού) αλλά και τις πραγματικές συνέπειες τους. Οι αντιδράσεις μας βοηθούν το παιδί να έχει έλεγχο της ζωής του ή συνεχώς αποζητά τη δική μας έγκριση; Το βοηθούν να γίνει πιο ενθουσιώδης με αυτό που κάνει για το ίδιο ή το μετατρέπει σε κάτι που απλά κάνει για να πάρει ένα «Μπράβο!»
Το θέμα δεν είναι να ακολουθήσουμε ένα νέο μπούσουλα στη συμπεριφορά μας αλλά να έχουμε στο μυαλό μας τους μακροπρόθεσμους στόχους για τα παιδιά μας και να παρατηρούμε τις συνέπειες που έχουν αυτά που λέμε. Τα κακά νέα είναι ότι η χρήση της θετικής ανατροφοδότησης δεν είναι στην πραγματικότητα τόσο θετική. Τα καλά νέα είναι ότι δεν χρειάζεται απαραίτητα να κρίνεις κάποιον για να τον ενθαρρύνεις.
Το άρθρο αποτελεί μετάφραση του: «5 reasons to stop saying good job» του Alfie Kohn