Το παρακάτω κείμενο γράφτηκε με αφορμή την κοινή διαπίστωση πολλών εκπαιδευτικών ότι ολοένα και περισσότερο οι μαθητές στην τάξη μιλάνε με τους διπλανούς τους, έχουν την τάση να είναι χαλαροί και μη συγκεντρωμένοι και μάλιστα δεν συμμορφώνονται ούτε μετά από παρατήρηση του εκπαιδευτικού. Τις περισσότερες φορές δε αυτή η παρόρμησή τους είναι τόσο ισχυρή που μοιάζει απλά σαν να μην μπορούν να κάνουν αλλιώς.
Θέλουμε να αποφύγουμε τα βιαστικά συμπεράσματα και τις υπεραπλουστεύσεις όπως ότι αρκετά από αυτά τα παιδιά έχουν μη εγνωσμένα σύνδρομα (υπερκινητικότητας και διάσπασης προσοχής) ή ότι έχουν έλλειμμα αγωγής ή ότι φταίνε οι εκπαιδευτικοί που είναι χαλαροί σε θέματα πειθαρχίας και άλλα τέτοια που οδηγούν σε εκλογικεύσεις των αιτιών, σε επίρριψη ευθυνών και που, κατά τη γνώμη μου, είναι πολύ επιφανειακή προσέγγιση του θέματος.
Καταρχάς το γεγονός ότι οι μαθητές μιλάνε με τους συμμαθητές τους και δεν προσέχουν στο μάθημα πρέπει να εκληφθεί ως σύμπτωμα και όχι ως το πρόβλημα αυτό καθαυτό. Πρέπει να σκεφτούμε μάλιστα ότι ένα σύμπτωμα μπορεί μερικές φορές να είναι σωτήριο αν εκτιμηθεί σωστά και λειτουργήσει ως συναγερμός. Ίσως τα παιδιά με αυτή τους την συμπεριφορά και άθελά τους μας στέλνουν κάποιο μήνυμα .Το θέμα είναι αν εμείς είμαστε πρόθυμοι να το ακούσουμε ή το μόνο που μας ενδιαφέρει είναι να απενεργοποιήσουμε τον ενοχλητικό συναγερμό. Δυστυχώς τις περισσότερες φορές οι εκπαιδευτικοί καταφεύγουμε στις ευκολίες μας να επιβάλλουμε τη τάξη με την απειλή, το φόβο ή την χρήση εξουσίας .Πρόκειται ουσιαστικά για όπως-όπως κουκούλωμα του προβλήματος.
Μιλώντας με αρκετούς από αυτούς τους μαθητές (Γυμνασίου και Λυκείου) που μιλάνε ακατάπαυστα μέσα στην τάξη μού έκανε ιδιαίτερη εντύπωση ότι στην ερώτηση γιατί το κάνουν αυτό τα πιο πολλά απάντησαν:
1) ότι το έχουν ανάγκη, γιατί τους χαλαρώνει και τους φεύγει το άγχος ή γιατί απλά τους ευχαριστεί.
2) για να περάσει η ώρα που αλλιώς δεν περνάει με τίποτα και γιατί βαριούνται.
3) αυτά που κάνουν στο μάθημα τα έχουν ήδη κάνει σε φροντιστήρια ή ιδιαίτερα μαθήματα.
Τι μπορούμε να καταλάβουμε από τις απαντήσεις αυτές; Πολλά, όπως ότι τα περισσότερα παιδιά δεν βρίσκουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον και χαρά στο σχολείο και ότι απλά σπρώχνουν τον χρόνο μέχρι να σχολάσουν. Επίσης ότι η παράταση της σχολικής ζωής σε μια δεύτερη απογευματινή βάρδια είναι τόσο κουραστική και επίπονη που οι πιο πολύ μαθητές αναγκάζονται να κρατάνε δυνάμεις κατά τη διάρκεια του πρωινού σχολείου για να μπορούν να ανταποκριθούν στις απογευματινές τους υποχρεώσεις. Μάλιστα οι μαθητές νιώθουν ότι δεν χρειάζεται να είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί στο σχολείο αφού το απόγευμα θα ξανά διδαχθούν τα ίδια πράγματα.
Εγώ όμως θα σταθώ σε ένα θέμα τελείως διαφορετικό στο οποίο θεωρώ ότι δεν του έχει δοθεί η ανάλογη προσοχή. Είναι φανερό ότι μιλώντας και έχοντας χαλαρή διάθεση οι μαθητές μέσα στην τάξη την ώρα του μαθήματος νιώθουν ότι καλύπτουν κάποια ζωτική τους ανάγκη που προφανώς δεν καλύπτεται επαρκώς έξω από αυτήν. Ας πάρουμε την καθημερινότητα ενός μέσου μαθητή Γυμνασίου ή Λυκείου και ίσως μας βοηθήσει να καταλάβουμε.
Η εκπαίδευση του συνεχίζεται και μετά το τέλος του πρωινού σχολείου όπου είτε βρίσκεται κλεισμένος σε κάποιο φροντιστήριο είτε βρίσκεται κλεισμένος στο δωμάτιό του για να μελετήσει. Και στις δύο περιπτώσεις η ουσιαστική επικοινωνία με άλλους ανθρώπους είναι ελάχιστη. Ακόμα και μια αθλητική ή καλλιτεχνική δραστηριότητα να έχει πάλι έχει τη μορφή της εκπαίδευσης όπου το παιδί λειτουργεί ως μαθητής. Δηλαδή ουσιαστικά μιλάμε για παιδιά που εκπαιδεύονται σχεδόν όλη μέρα και οτιδήποτε κάνουν έχει σχεδόν πάντα να κάνει με την μαθητική τους ιδιότητα. Δεν έχουν χρόνο ούτε να παίξουν, ούτε να κάνουν κάτι που τα ευχαριστεί. Πρόκειται δηλαδή για παιδιά που όχι απλά δεν χαίρονται την υποτιθέμενη ανεμελιά της παιδικότητάς τους αλλά που είναι από το μεσημέρι και μετά σε ένα διαρκές τρέξιμο να προλάβουν να τα κάνουν όλα και να τα μάθουν όλα.
Ας συνυπολογίσουμε τώρα και το γεγονός ότι στα περισσότερα σπίτια υπάρχει πλέον η τάση των παράλληλων ζωών, των γονέων με τα παιδιά τους. Οι γονείς είτε είναι αναγκασμένοι να εργάζονται υπερβολικά, είτε τους έχουν καταπλακώσει τα προβλήματα και δεν έχουν διάθεση επικοινωνίας, είτε και αυτοί αναζητούν μέσα στο σπίτι τους λίγες στιγμές χαλάρωσης μπροστά στην τηλεόραση ή στον υπολογιστή που όμως δεν συμπεριλαμβάνουν τα παιδιά. Ακόμα και αν υπάρχει ελεύθερος χρόνος τα παιδιά πέφτουν με τα μούτρα στα social media (κυρίως το facebook) όπου έρχεται ως υποκατάστατο της πραγματικής επικοινωνίας ή στα ηλεκτρονικά παιχνίδια όπου έρχονται ως υποκατάστατα των παιχνιδιών που θα έπρεπε να παίζουν τα παιδιά έξω από το σπίτι τους. Το πιο σημαντικό είναι ότι κατά τη διάρκεια όλων αυτών των ενασχολήσεών τους τα παιδιά δεν επικοινωνούν, δεν σχετίζονται ουσιαστικά με τους άλλους και είναι σχεδόν αμίλητα.
Όμως η παιδικότητα έχει από μόνη της τέτοια δύναμη και ορμητικότητα που δεν ανακόπτεται τελείως. Οπότε τα παιδιά στα πρωινά τους σχολεία, όπου λόγω του υπερβολικά μεγάλου αριθμού μαθητών ανά τάξη, μπορούν να ξεφύγουν από τον έλεγχο του εκπαιδευτικού και να ικανοποιήσουν έστω εν μέρει την ανάγκη τους για επικοινωνία και για να αισθανθούν για λίγο παιδιά, ακόμα και αν αυτό οφείλεται στο μάλωμα που τους κάνει ο εκπαιδευτικός.
Ας δούμε τώρα τι συμβαίνει σε ένα παιδί που δεν αφήνεται ποτέ του να είναι παιδί και που αναγκάζεται να εργάζεται τόσο σκληρά από τόσο μικρή ηλικία. Το πιο πιθανό είναι αν δεν βιωθεί η παιδικότητα και η εφηβεία στην ώρα τους να πάρουν παράταση. Ουσιαστικά τα παιδιά αυτά αργούν πάρα πολύ να ωριμάσουν κοινωνικά. Κατά την ταπεινή μου γνώμη έτσι εξηγείται και το μεγάλο έλλειμμα κοινωνικής και πολιτικής συνείδησης που παρατηρείται στην πλειοψηφία της νεολαίας μας (ηλικίες 18-25) και η περίεργη για την εποχή ησυχία του φοιτητικού κινήματος. Αυτές οι ηλικίες μοιάζουν σαν να προσπαθούν να αναπληρώσουν το χαμένο χρόνο και το μόνο που τους ενδιαφέρει είναι να περνάνε καλά. Και η διάθεση του να περνάνε καλά δεν έχει κάτι το μεμπτό αλλά όταν έρχεται ως η μόνη διάθεση είναι, όπως και να το κάνουμε, παιδική. Στο φινάλε όμως, πως μπορεί κάποιος «να μεγαλώσει» όταν δεν έχει αφεθεί να υπάρξει ποτέ του μικρός;
Τελικά μήπως πρόκειται για διαστρέβλωση της πραγματικότητας το γεγονός ότι η μαθητική ιδιότητα ολοένα και πιο πολύ ουσιαστικά εξοβελίζεται και εκτός σχολείου και ότι οι μαθητές αναγκάζονται να βλέπουν το σχολείο ως το μόνο μέρος που μπορούν, έστω και στα κλεφτά, να χαλαρώσουν, να παίξουν και να νιώσουν παιδιά;
Μήπως οι ψίθυροι που βγάζουν οι μαθητές στις τάξεις είναι κραυγές για απλή ανθρώπινη επικοινωνία που τους τη στερούμε; Ίσως πέφτουμε σε τεράστια αντίφαση αν χαρακτηρίζουμε ως αντικοινωνική τη συμπεριφορά των παιδιών ενώ αυτά, έστω και αν ο χρόνος, ο τόπος και ο τρόπος δεν είναι ο ενδεδειγμένος, ψάχνουν απεγνωσμένα να επικοινωνήσουν.
Δημήτρης Τσιριγώτης, Φυσικός
xenesglosses.eu