Αυτό που ίσως ακούγεται περισσότερο από το στόμα νέων και όχι μόνο γονιών είναι ότι το παιδί πρέπει να μάθει να είναι ανεξάρτητο. Αυτή είναι και η αγωνία πολλών με λίγο μεγαλύτερα παιδιά «πότε θα γίνει ανεξάρτητο» ή ο λόγος περηφάνιας κάποιων άλλων «από μωρό ήταν ανεξάρτητο!». Το εντυπωσιακό είναι ότι συχνότερα θα ακούσεις συζητήσεις για το αν κάποιο παιδί είναι ή πώς θα γίνει ανεξάρτητο παρά για το αν είναι ή πώς θα γίνει ευτυχισμένο.
Κάθε εποχή έχει τις αξίες της. Κάθε γενιά κληροδοτεί στην επόμενη τις συμβουλές της, οι οποίες συνήθως είναι αναπαραγωγή κοινωνικών στερεοτύπων ή προσωπικών βιωμάτων. Συχνά πράττουμε χωρίς να σκεφτούμε ή να αμφισβητήσουμε. Από την άλλη, όταν τα παιδιά μας γίνονται έφηβοι, ενήλικες, γονείς, αρνούμαστε να κάνουμε τη σύνδεση του πώς οι συμπεριφορές του τότε ίσως σχετίζονται με την προσωπικότητα του τώρα.
Γεννιέται ένα μωρό και οι πιο κοινές συμβουλές είναι:
«Να μάθει να κοιμάται μόνο του και μην τυχόν και το βάλετε στο κρεβάτι σας, δε θα μπορέσετε μετά να το βγάλετε». Έχουμε αναρωτηθεί άραγε γιατί ένα βρέφος που έχει κοιμηθεί δίπλα στη μάνα του, δε θέλει να κοιμάται μόνο του σε ένα κρεβάτι με κάγκελα και πιθανώς σε ένα δωμάτιο άλλο; Έχουμε αναρωτηθεί τι γινόταν τότε (όχι πολύ παλιά) που δεν υπήρχαν όλες αυτές οι «ανέσεις» ενδοεπικοινωνία, ριλάξ, πιπίλα, μπιμπερό; Έχουμε σκεφτεί πώς να λειτουργούσε εκείνη η γυναίκα που δεν ήξερε από «πολιτισμό», που δεν άκουγε συμβουλές από τους γύρω της; Έχουμε αναρωτηθεί γιατί εμείς οι ενήλικες με γνώση και συνείδηση προτιμάμε να κοιμόμαστε με κάποιον δίπλα μας παρά μόνοι μας;
«Να μάθει να τρώει με πρόγραμμα, κάθε τρεις ώρες και την ποσότητα που εμείς έχουμε αποφασίσει». Έχουμε αναρωτηθεί γιατί; Ποιος τρώει κάθε μέρα την ίδια ακριβώς ώρα και την ίδια ακριβώς ποσότητα; Εμείς δηλαδή κάθε μέρα έχουμε την ίδια όρεξη; Άλλωστε μια γυναίκα που θηλάζει αποκλειστικά από την αρχή, ξέρει πως αυτό είναι σχεδόν αδύνατο, εκτός κι αν αντέχει να έχει ένα μωρό να κλαίει και να γκρινιάζει.
«Να σταματήσει ο θηλασμός νωρίς γιατί αλλιώς το παιδί εθίζεται και δε θα γίνει ποτέ ανεξάρτητο». Η αντίστοιχη αγωνία για πιπίλα, για κουβερτάκια ή κουκλάκια τα οποία χρησιμοποιεί το παιδί είναι σαφώς μικρότερη… παρ’ όλο που αυτά δεν είναι τίποτε άλλο παρά υποκατάστατα της μητέρας (στήθος, αγκαλιά, μυρωδιά).
Σε όλα αυτά υποβόσκει μια κοινή πεποίθηση. Το μωρό δεν ξέρει να αναγνωρίζει τις ανάγκες του και το μωρό γεννιέται με μια «μοχθηρή» διάθεση να μας εκμεταλλευτεί, χειριστεί και γενικά να μας κάνει τη ζωή μας δύσκολη… εκτός κι αν προλάβουμε και του «μάθουμε», δηλαδή του επιβληθούμε. Κι όμως, τα βρέφη είναι σε απόλυτη επαφή με τις ανάγκες τους, εφόσον δεν παρεμβαίνουμε. Ξέρουν πότε πεινάνε και πόσο, ξέρουν πότε φοβούνται, πότε πονάνε, πότε έχουν ανάγκη από τρυφερότητα. Η υποχρέωσή μας δεν είναι να τους μάθουμε να μην ακούν τις πραγματικές τους ανάγκες, αλλά να τις ικανοποιήσουμε.
Ένα βρέφος εξυπακούεται ότι δεν είναι σχεδιασμένο από τη φύση να είναι ανεξάρτητο. Δε θα επιβίωνε. Και αυτό το γνωρίζει, ενστικτωδώς. Γι’ αυτό κι όταν δεν ικανοποιούνται οι ανάγκες του κλαίει. Είναι το μόνο μέσο που διαθέτει για να δηλώσει στο φροντιστή του ότι κάτι δεν πάει καλά. Το να το αγνοήσουμε, δε σημαίνει πως σταματάει να υπάρχει η ανάγκη, απλά σταματάει κάποια στιγμή να μας την επικοινωνεί. Παραιτείται από το να διεκδικεί, άλλωστε είναι τόσο εξαντλητικό αυτό για ένα μωρό. Το χειρότερο όμως είναι ότι δεν μπορεί να πιστέψει ότι οι ανάγκες του αγνοούνται κι έτσι οδηγείται να πιστέψει ότι αυτό που νιώθει είναι λάθος. Προφανώς ο γονιός ξέρει καλύτερα απ’ ότι το ίδιο το παιδί, γι’ αυτό και του φέρεται έτσι, αλλιώς γιατί να μην το ικανοποιεί;
Από την άλλη, όμως, συμβαίνει το εξής παράλογο, το μωρό που θεωρητικά είναί έτοιμο από βρέφος να κοιμηθεί μόνο του, να κάθεται με τις ώρες στο ριλάξ μόνο του, δεν είναι σε θέση να πιάσει το κουτάλι μόνο του ακόμα κι αν δείχνει καθαρά ότι θέλει να δοκιμάσει και φτάνει τριών ή τεσσάρων και το ταΐζει κάποιος άλλος. Το ίδιο μωρό που πρέπει να μάθει να είναι ανεξάρτητο, όταν πάει να ανέβει στον καναπέ μόνο του, ακούει ένα «είσαι μικρό ακόμα» και νιώθει δυο χέρια να το σηκώνουν και να το βάζουν στη θέση όπου πιστεύουν ότι ήθελε να βρεθεί. Έτσι, το παιδί που πάει να βάλει μόνο του τα παπούτσια, βλέπει το γονιό να το κοιτάει περιπαιχτικά και να του λέει «τι κάνεις βρε μπόμπιρα; Δεν μπορείς ακόμα μόνος σου». Μεγαλώνει κι άλο και ζητάει να διαλέξει αυτό τι ρούχα θα φορέσει, αλλά ακόμα είναι τριών ετών, είναι δυνατόν να αποφασίσει τι θα φορέσει στα γενέθλιά του; «Θα διαλέξει τη φόρμα του πάλι, ενώ εμείς δώσαμε τόσα λεφτά γι’ αυτό το κουστουμάκι που του πάει τόσο πολύ!» Μετά πάει σχολείο και λέει ότι θέλει να ξεκινήσει χορό γιατί του αρέσει, αλλά ο γονιός πάλι ξέρει καλύτερα και αποφασίζει ότι το μπάσκετ του ταιριάζει περισσότερο.
Αυτό το παιδί θα γίνει ένας ενήλικας ανασφαλής και όχι ανεξάρτητος. Αυτό το παιδί μπορεί να φαίνεται εξαιρετικά ανεξάρτητο αλλά θα είναι ένα φοβισμένο πλάσμα που θα προσπαθεί να επιβεβαιώσει αν αυτό που νιώθει είναι «σωστό» ή ακόμα και αληθινό από τις αντιδράσεις των άλλων. Αυτό το παιδί θα γίνει ένας ενήλικας που θα φοβάται να παραιτηθεί από την ανυπόφορα βαρετή δουλειά του και να κυνηγήσει το όνειρό του, θα γίνει ένας ενήλικας που θα μένει σε σχέσεις εξάρτησης γιατί θα φοβάται να μείνει μόνος του.
ς το δούμε τώρα αλλιώς…
Ένα βρέφος γεννιέται και οι γονείς δεν ακολουθούν καμία συμβουλή ή τεχνική παρά μόνο ακολουθούν τις ανάγκες του παιδιού τους όπως τις υποδεικνύει αυτό. Έτσι, άλλωστε, συμβαίνει και με όλα τα θηλαστικά στον πλανήτη μας.
Έχουμε ένα μωρό που θηλάζει κατ’ απαίτηση, κοιμάται με τους γονείς του και όποτε ζητάει αγκαλιά, την έχει. Τρώει όσο θέλει και όποτε θέλει. Έχει χρόνο να πειραματιστεί, να δοκιμάσει. Ξέρει ότι αν χρειαστεί βοήθεια και τη ζητήσει, θα την έχει.
Αυτό το παιδί δεν μπορεί παρά να έχει υψηλή αυτοεκτίμηση μιας και ο τρόπος που βλέπουμε τον εαυτό μας είναι σε απόλυτη συνάρτηση με το πώς μας αντιμετωπίζουν οι φροντιστές μας τα πρώτα χρόνια. Όσο μας δείχνουν ότι είμαστε σημαντικοί, τόσο σημαντικοί νιώθουμε. Ας μη φοβόμαστε τα παιδιά… μια ανάγκη η οποία καλύπτεται γενναιόδωρα, θα καλυφθεί πολύ πιο γρήγορα από την ανάγκη που αγνοείται. Το νήπιο που αποθηλάζει φυσιολογικά, το νήπιο που αποφασίζει αυτό ότι πλέον θέλει να κοιμάται μόνο του, το παιδί που έχει χορτάσει από αγκαλιά, είναι ο ενήλικας που είναι πραγματικά ελεύθερος και ανεξάρτητος. Το παιδί που έχει γεμίσει από ασφάλεια και φροντίδα τα πρώτα εκείνα χρόνια που έχει επίγνωση του πόσο ευάλωτη είναι η ύπαρξή του και που έχει καταγράψει μέσα του ότι αυτό που νιώθει είναι έγκυρο, είναι ο ενήλικας που δε θα ζει με το φόβο του αύριο, που θα διεκδικεί αυτό που θέλει, που θα τολμάει να είναι ευτυχισμένος και δε θα νιώθει ενοχές γι’ αυτό.
Έτσι δε θα θέλανε τα παιδιά μας να είναι όταν μεγαλώσουν;