Σε σχολική τους εκδήλωση, ο 5χρονος γιος μου και οι συμμαθητές του τραγούδησαν για τον «πατέρα μου, που είναι ψηλός και δυνατός» και «διορθώνει πράγματα με το σφυρί του» και –πάνω απ’ όλα– είναι «πολύ κουλ».
Παρότι τα περισσότερα από τα παραπάνω προτερήματα είναι αξιέπαινα, όταν αυτά περιλαμβάνονται σε τραγούδι δημοτικού για την ανδρική ταυτότητα, το μόνο που πετυχαίνουμε είναι να περιορίζουμε την αντίληψη των παιδιών γύρω από το τι σημαίνει να είναι κανείς πατέρας και άνδρας.
Οταν οι πατεράδες εμφανίζονται σε βιβλία για αναγνώστες προσχολικής ηλικίας, είναι αστείοι, παίρνουν τα παιδιά τους σε περιπετειώδεις εκδρομές ή αποτελούν πρότυπα σωματικής ρώμης ή στωικού πνεύματος ανεξαρτησίας. Σπάνια οι πατεράδες-ήρωες τέτοιων βιβλίων εκφράζουν ανοιχτά την αγάπη τους για τους γιους τους. Ολοένα και περισσότερες επιστημονικές μελέτες, όμως, δείχνουν ότι τέτοια συμπεριφορά είναι επιζήμια στα αγόρια.
Παιδιατρική μελέτη του 2014 έδειξε ότι οι μητέρες έχουν πολύ μεγαλύτερη λεκτική επικοινωνία με τις κόρες τους, παρά με τους γιους τους, όταν αυτοί βρίσκονται σε βρεφική ηλικία. Αλλη μελέτη δείχνει ότι οι Ισπανίδες μητέρες έχουν μεγαλύτερες πιθανότητες να χρησιμοποιήσουν συναισθηματική γλώσσα και να μιλήσουν για τα συναισθήματά τους με τις 4χρονες κόρες, παρά με τους 4χρονους γιους τους.
Η ανθρωποβιολόγος Τζούντι Τσου πραγματοποίησε έρευνα μεταξύ αγοριών ηλικίας 4 με 5 ετών, για να διαπιστώσει ότι τα αγόρια είναι εξίσου συναισθηματικά οξυδερκή με τα κορίτσια και ικανά να καλλιεργούν στενές και ουσιαστικές φιλίες.
Στο βιβλίο της, η δρ Τσου υποστηρίζει, όμως, ότι από την ηλικία των πέντε ετών τα αγόρια εγκαταλείπουν την έμφυτη συναισθηματική τους ευαισθησία, υιοθετώντας μελετημένη στωικότητα και διευρύνοντας τη συναισθηματική τους απόσταση από τους φίλους τους. Τα αγόρια υιοθετούν, όμως, τη στάση αυτή αποκλειστικά και μόνο όταν βρίσκονται σε δημόσιους χώρους και όχι όταν βρίσκονται στο σπίτι με τους γονείς τους.
Οι σύγχρονοι γονείς εκλογικεύουν τη στάση αυτή λέγοντας ότι προετοιμάζουν τους γιους τους για τον αδυσώπητο ανταγωνισμό του σύγχρονου κόσμου. Οσο πιο γρήγορα προετοιμάσουμε τα παιδιά μας –σκέφτονται οι γονείς αυτοί– για το σκληρό μέλλον, τόσο μεγαλύτερες θα είναι οι πιθανότητες επιτυχίας τους.
Η ψυχολόγος του Χάρβαρντ, Σούζαν Ντέιβις, όμως, επιμένει ότι το αντίθετο ισχύει στην πραγματικότητα: «Οι έρευνες δείχνουν ότι οι άνθρωποι, που καταπιέζουν τα συναισθήματά τους έχουν μικρότερες ψυχικές αντοχές και αντιμετωπίζουν μεγαλύτερο κίνδυνο εμφάνισης ψυχικών νοσημάτων».
Η δρ Ντέιβις εκτιμά ότι ο καλύτερος τρόπος να αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα είναι να επιτρέπουμε στα αγόρια να βιώνουν όλα τους τα συναισθήματα, χωρίς να τα κρίνουμε ή να προσπαθούμε να προτείνουμε λύσεις. «Πρέπει να μάθουν ότι τα συναισθήματα δεν είναι καλά ή κακά και ότι ποτέ δεν πρέπει να τα φοβόμαστε», λέει η δρ Ντέιβις.
ANDREW REINER / THE NEW YORK TIMES