Μια νέα μελέτη έδειξε ότι με το να ενθαρρύνουμε τα παιδιά μας να παίρνουν ρίσκα, να είναι ανταγωνιστικοί και να συμμετέχουν σε ένα πιο έντονο παιχνίδι μπορεί να βοηθήσει στην πρόληψη των παιδικών διαταραχών άγχους. Όμως, δυστυχώς, αυτό το είδος παιχνιδιού παίζεται πιο συχνά από τα νεαρά αγόρια παρά από τα κορίτσια.
Η μελέτη, η οποία πραγματοποιήθηκε από το Κέντρο Συναισθηματικής Υγείας του Πανεπιστημίου Macquarie, το Πανεπιστήμιο του Άμστερνταμ και το Πανεπιστήμιο του Reading, πραγματοποιήθηκε μεταξύ γονέων παιδιών προσχολικής ηλικίας από την Ολλανδία και την Αυστραλία.
Η έκθεση ανέφερε ότι οι μπαμπάδες συνήθως έδειχναν μεγαλύτερο ανταγωνισμό με τους γιους τους, παρά με τις κόρες τους.
Η καθηγήτρια Jennie Hudson,που συνέταξε την μελέτη, δήλωσε ότι «με την ήπια ενθάρρυνση των παιδιών τους να ξεπεράσουν τα όριά τους (σε λογικά πλαίσια), οι γονείς θα μπορούσαν να συμβάλλουν στη μείωση του κινδύνου το παιδί τους να αναπτύξει μια διαταραχή άγχους».
Το έντονο παιχνίδι είναι συνήθως ένα παιχνίδι υψηλής ενέργειας που μπορεί να είναι είτε ατομικό είτε ομαδικό.
Μια προηγούμενη έρευνα έχει δείξει ότι η έντονη φύση ενός παιχνιδιού μπορεί να σημαίνει ότι ερμηνεύεται από τους γονείς ως επιθετική και επομένως «είναι πιο πιθανό να παιχτεί από τα αγόρια παρά από τα κορίτσια».
Όμως σε μια άλλη μελέτη του Πανεπιστημίου του Newcastle διαπιστώθηκε ότι το έντονο παιχνίδι ήταν κάτι που απολάμβαναν και τα κορίτσια. Σύμφωνα με τον καθηγητή Richard Fletcher, συγγραφέα της μελέτης, όταν έμαθαν ότι οι κόρες τους απολάμβαναν το έντονο παιχνίδι ακριβώς όπως και οι γιοι τους οι μπαμπάδες εκπλήσσονταν ευχάριστα. «Συνειδητοποίησαν ότι τις αντιμετώπιζαν σαν πριγκίπισσες».
Η Dr Jennifer St George, η οποία ανέλαβε την έρευνα παράλληλα με τον Fletcher, συμφωνεί, πιστεύοντας ότι όλο αυτό γίνεται περισσότερο λόγο κοινωνικών πεποιθήσεων για τα φύλα καθώς και βιολογικών.
“Οι γονείς μπορεί να πιστεύουν ότι τα κορίτσια ήταν πιο εύθραυστα … και πως υπάρχει μια διαφορά στην ανάπτυξη μάζας σώματος [μεταξύ κοριτσιών και αγοριών]”.
“Ένα παιδί είναι αποτέλεσμα γονικής μέριμνας καθώς και γενετικής κληρονομιάς.”
Αλλά αυτή η «μαλακή» αντιμετώπιση των κοριτσιών όσον αφορά το πιο έντονο παιχνίδι είναι κάτι που ο καθηγητής Fletcher πιστεύει τώρα ότι αλλάζει.
«Η αλλαγή στην αντιμετώπιση της γυναικείας φυσιογνωμίας είναι σίγουρα σε άνοδο», λέει, επισημαίνοντας την αύξηση του ενδιαφέροντος που υπάρχει για τα γυναικεία πιο έντονα αθλήματα.
Η αρχική μελέτη επεσήμανε επίσης ότι πράξεις όπως: να τα τρομάξουμε λίγο, να χάσουνε σε ένα παιχνίδι και η ενθάρρυνσή τους να εισέλθουν σε άγνωστες κοινωνικές καταστάσεις ήταν επίσης τρόποι ώστε να πάρουν τα παιδιά ένα ασφαλές για αυτά ρίσκο.
Η μελέτη εξέτασε 312 οικογένειες με παιδιά ηλικίας προσχολικής ηλικίας στην Ολλανδία και την Αυστραλία, διαπιστώνοντας ότι οι γονείς που συμμετείχαν σε μια Γονική Συμπεριφορά Πρόκλησης (CPB) όπως το έντονο παιχνίδι είχαν παιδιά που είχαν λιγότερες πιθανότητες να παρουσιάσουν άγχος.
Ο Hudson ανέφερε ότι “Περίπου επτά τοις εκατό των αυστραλιανών παιδιών μεταξύ των ηλικιών των τεσσάρων και δεκαεπτά έχουν παρουσιάσει κάποια διαταραχή άγχους”.
“Το γεγονός είναι ότι πραγματικά πρέπει να μάθουμε περισσότερα για το πώς μπορούμε να βοηθήσουμε τις οικογένειες να μειώσουν αυτό το ποσοστό”.
Σύμφωνα με το Beyond Blue, τα συμπτώματα άγχους στα παιδιά περιλαμβάνουν, συχνή επιβεβαίωση, πολλές ανησυχίες, δεν θέλουν να αναλάβουν ρίσκα ή να δοκιμάσουν νέα πράγματα και τσαντίζονται εύκολα.
Αυτές μπορεί να εκδηλωθούν σαν κοινές διαταραχές άγχους της παιδικής ηλικίας, όπως η αγοραφοβία, η ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή (OCD) και η διαταραχή άγχους αποχωρισμού.