Κάθε μεσημέρι που τελειώνει το σχολείο, δεν υπάρχει για όλα τα παιδάκια κάποιος, έξω από τα κάγκελα, που να τα περιμένει. Πολλά από αυτά φεύγουν μόνα, κρατώντας στο ένα χέρι την εξαιρετικά βαριά τσάντα τους και στο άλλο, σφιχτά, ένα κλειδί. Γιατί ούτε στο σπίτι βρίσκεται κάποιος για να τους ανοίξει… Ο λόγος για «τα παιδιά με το κλειδί», όπως τα χαρακτηρίζει μια πολύ ενδιαφέρουσα έρευνα του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, με επίκεφαλής τον καθηγητή κ. Νίκο Χανιωτάκη, η οποία δημοσιεύτηκε πρόσφατα στο e-thessalia.gr. Η έρευνα εξετάζει το φαινόμενο των παιδιών που επιστρέφουν καθημερινά μόνα τους σε ένα άδειο σπίτι μετά το σχολείο, κυρίως επειδή και οι δύο γονείς εργάζονται και δεν υπάρχει κάποιος άλλος διαθέσιμος να τα φροντίσει.
Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο κ. Χανιωτάκης «Το ολοήμερο σχολείο έχει απαξιωθεί και δεν υποστηρίζεται από την πολιτεία, ενώ οι γονείς βλέπουν ότι ο θεσμός δεν βοηθά το παιδί τους. Και λόγω οικονομικής αδυναμίας να πληρώσουν κάποιο άτομο, επιλέγουν να αφήνουν το παιδί μόνο στο σπίτι για κάποιες ώρες». Πώς βλέπουν τα παιδιά την κατάσταση αυτή; Σύμφωνα με τον ίδιο «Όσο μικρότερα σε ηλικία είναι τα παιδιά, τόσο πιο πολύ ζορίζονται, ενώ όσο μεγαλώνουν και φτάνουν στην εφηβεία, μάλλον τους αρέσει να είναι μόνα τους».
Τα παιδιά αυτά, λοιπόν, αναγκάζονται να μείνουν για αρκετή ώρα μόνα τους, να ετοιμάσουν το φαγητό τους, να φάνε, να διαβάσουν (ή όχι) και τελικά να αντιμετωπίσουν διάφορα προβλήματα, τα οποία εξετάζονται στα συμπεράσματα της έρευνας (ακολουθεί απόσπασμα από το άρθρο του κ. Φώτη Σπανού):
Χαμηλότερες επιδόσεις
Βάσει έρευνας που πραγματοποίησε η προπτυχιακή φοιτήτρια του Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής Εκπαίδευσης του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας Μαρία Τότσα σε 310 φοιτητές και φοιτήτριες του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας για τα μαθητικά τους χρόνια, διαπιστώθηκε πως ένα 18% εξ’ αυτών εντάσσονταν στην κατηγορία «τα παιδιά με το κλειδί στο χέρι» και έμεναν μόνα για περισσότερο από τρεις ώρες.
Επίσης ένα 30% των παιδιών πήγαινε και ολοήμερο.
Μάλιστα οι φοιτητές τόνισαν πως όσες ώρες έμεναν σπίτι μόνοι τους, ένιωθαν φόβο, μοναξιά και ότι υπήρχε πολλή ησυχία. Η μοναχικότητα ήταν έντονη, αφού ιδίως στα μεγάλα αστικά κέντρα οι γονείς προέτρεπαν στα παιδιά τους, να μένουν στο σπίτι και να μην ανοίγουν σε κανένα.
Επίσης η βασική απασχόληση των παιδιών αυτών στο σπίτι είναι η τηλεόραση. Και ναι μεν διάβαζαν τα μαθήματά τους, αλλά επειδή οι γονείς έρχονταν κουρασμένοι από τη δουλειά και δεν τους επιτηρούσαν τόσο πολύ στα μαθήματα, δεν είχαν τελικά τόσο υψηλές επιδόσεις. Δεν σιτίζονται καλά, αφού δεν τρώνε ζεστό φαγητό ούτε υπάρχει κάποιος να ελέγξει την ποσότητα και την ποιότητα.
Μάλιστα σε έρευνες του εξωτερικού διαπιστώθηκε ότι και τα παιδιά με το κλειδί στο χέρι είναι και πιο επιρρεπή σε ουσίες.
Και ατυχήματα
Παράλληλα, υπήρχαν πολλά ατυχήματα. Ειδικότερα οι φοιτητές ανέφεραν διάφορες καταστάσεις, που δημιουργήθηκαν στο σπίτι, όταν ήταν μόνοι τους, όπως «έβαλα φωτιά στο τηγάνι, ενώ προσπαθούσα να φτιάξω πατάτες τηγανιτές», «έπεσα και έσκισα το μάτι μου», «λιποθύμησα, επειδή ήμουν άρρωστη», «είχα καεί με βραστό νερό», «είχα τη λανθασμένη εντύπωση πως κάποιος ξένος ήταν στο σπίτι», «Έτυχε να κτυπήσει την πόρτα κάποιος άγνωστος. Τρόμαξα και δεν άνοιξα, όπως πολύ σωστά μου έλεγαν κάθε φορά οι γονείς, πριν πάνε κάπου και με αφήσουν».
«Είναι δεδομένο πως τα μικρότερα παιδιά θα προτιμούσαν κάποιος να τους ανοίξει την πόρτα του σπιτιού κα να μην είναι μόνα τους», ανέφερε ο κ. Χανιωτάκης και πρόσθεσε πως η ονομασία με το κλειδί δόθηκε, επειδή αυτά τα παιδιά έχουν συνήθως κρεμασμένα στον λαιμό τους μια αλυσίδα με το κλειδί, για να μην το χάσουν.
Μάλιστα υπογράμμισε πως κομβικής σημασίας για την αντιμετώπιση του φαινομένου και την εξυπηρέτηση των οικογενειών θα είναι η ενίσχυση του θεσμού του ολοημέρου.