Η Άννα, έξι χρονών, γυρνάει από το σχολείο στεναχωρημένη. Στο αυτοκίνητο είναι αμίλητη. Ο μπαμπάς της, την ρωτάει πως πέρασε και τι μέρα είχε, αλλά απαντάει με ένα ξερό καλά.
Ο μπαμπάς της γνωρίζει πολύ καλά ότι κάτι συμβαίνει με την Άννα όταν είναι έτσι. Βάζει λίγο μουσική στο αυτοκίνητο και την αφήνει να ηρεμήσει.
Φτάνουν σπίτι και η Άννα μπαίνει μέσα με την ίδια διάθεση. Βγάζει το μπουφάν της και κάθεται στο σαλόνι ήσυχη. Ο μπαμπάς της πλησιάζει. Κάθεται δίπλα της και αρχίζει να λέει μια ιστορία απο την ημέρα του. Πήγε στο συνεργείο σήμερα και άλλαξε λάστιχα, είχε καιρό να το κάνει και πάντα τον εκπλήσσει πόσο ψηλά πάει το αυτοκίνητο για να του αλλάξουν τα λάστιχα. Έιχε πάει μια φορά με την Άννα και είχαν περάσει καλά μαζί. Το ήξερε ότι μια τέτοια ιστορία θα την χαλάρωνε. Η Άννα χαμογελάει λίγο και τον ρωτάει αν φοβήθηκε μην πλακώσει το αυτοκίνητο τον άνθρωπο που άλλαζε τα λάστιχα, την ίδια ερώτηση που του είχε κάνει την πρώτη φορά και γέλαγαν μαζί.
Η Άννα χαλαρώνει και λέει στον μπαμπά της:
«Μπαμπααααά, η Μαρία λέει ότι δεν με έχει φίλη πια!! Δεν με θέλει!» και αρχίζει να κλαίει.
Ο μπαμπάς της παραμένει ήρεμος. Την πλησιάζει και ακουμπάει το χέρι του στην πλάτη της να νιώσει ότι είναι ασφαλής.
Σκέφτεται ότι τέτοιες εκφράσεις είναι φυσιολογικές ανάμεσα στα παιδιά σε αυτήν την ηλικία και δεν σημαίνουν πραγματικά το τέλος μιας φιλίας. Γνωρίζει ότι τα παιδιά μιλάνε απότομα όταν είναι θυμωμένα και είναι απόλυτα. Σκέφτεται ότι τα παιδιά συνήθως εστιάζουν στο τι δεν πήγε καλά μέσα στην ημέρα και ξεχνάνε τα ευχάριστα κομμάτια.
«Αγάπη μου, φαίνεται ότι η Μαρία σε πλήγωσε με αυτό που είπε.»
Ο μπαμπάς της Άννας ακούει αυτό που αισθάνεται το παιδί, το αποδέχεται και θέλει η Άννα να νιώσει ότι την καταλαβαίνει.
«Ναι, ναι μπαμπά! Δεν το πιστεύω ότι μου είπε έτσι, δεν θα με έχει φίλη ποτέ πάλι μου είπε.»
Ο μπαμπάς της Άννας θέλει πολύ να μάθει πως σκέφτεται η Άννα και τι αισθάνεται. Της κάνει περισσότερες ερωτήσεις για να καταλάβει πως αισθάνεται και πως το σκέφτεται, να τη βοηθήσει να βρει μια λύση μόνη της. Δεν θέλει να ακουστεί ως ντετέκτιβ, ή να αρχίσει τις συμβουλές. Τον νοιάζει πολύ να ακούσει την Άννα.
«Εσύ τι έκανες Άννα μου όταν στο είπε αυτό;»
«Της είπα ότι ούτε εγώ την έχω φίλη, και δεν με νοιάζει, αλλά με νοιάζει μπαμπά»
«Ναι Άννα μου, θέλεις να συνεχίσετε να είστε φίλες, το καταλαβαίνω. Τι έγινε όταν σου είπε αυτό;»
«Ήθελε να παίξουμε πίσω από το σχολείο. Εγώ δεν ήθελα γιατί καμιά φορά δεν ακούω το κουδούνι και είναι και μικρός ο χώρος. Επέμενε γιατί ήθελε να κάτσουμε σε ένα πεζούλι που έχει εκεί. Της είπα ότι δεν θέλω και προτιμώ να κάτσουμε στην μεγάλη αυλή. Θύμωσε και είπε ότι η μεγάλη αυλή δεν έχει πεζούλι και δεν μπορούμε να παίξουμε αυτό που θέλει. Μα δεν ήθελα καθόλου να πάω, της το είπα. Και τότε μου είπε ότι δεν με έχει φίλη και έφυγε.»
«Μετά τι έγινε;»
«Χτύπησε το κουδούνι και μπήκαμε στην τάξη, αλλά εγώ δεν μπορούσα να σταματήσω να το σκέφτομαι.»
«Σου έχει ξανασυμβεί να σου πει κάτι τέτοιο η Μαρία; Ή το έχεις ξαναδεί ή ακούσει από κάποιον άλλον;»
«…Ναι, μου το είχε ξαναπεί τότε που δεν ήθελα να μου φτιάξει τα μαλλιά, στο σπίτι της»
«Ναι ε;»
«Τι έγινε τότε μετά;»
«Χμμ. Ξαναπαίξαμε μετά. Με είχε φίλη…»
«Λες να αλλάξει γνώμη αν νιώσει καλύτερα; »
«Νομίζω ναι, έτσι είχε κάνει και την προηγούμενη φορά. Δεν θέλω να μου το λέει αυτό όμως!»
«Ναι καταλαβαίνω πως μπορείς να νιώσεις αν κάποιος σου το πει αυτό. Τι θα μπορούσες να κάνεις λες την επόμενη φορά; Θέλεις να πούμε ιδέες μαζί;»
«Μπορώ να της πως οτι δεν μου αρέσει να μου το λέει αυτό. Με στεναχωρεί!»
«Τι ωραία ιδέα! Τι άλλο θα μπορούσες να κάνεις;»
«Θα μπορούσα να μην της ξαναμιλήσω σε κανένα διάλειμα για να δει ότι με πείραξε»
«Και άλλη μια ιδέα λοιπόν!»
«Θα μπορούσα να παίξω με κάποιον άλλον. Ή να περιμένω να νιώσει καλύτερα, αφού πάντα το κάνει αυτό όταν θυμώνει και μετά πάλι με έχει φίλη»
«Έχεις ωραίες ιδέες Άννα μου. Μαρέσει πολύ που μιλάμε μαζί.Ποιά από τις ιδέες σου που συζητήσαμε λες να κάνεις αν ξαναγίνει αυτό;»
«Δεν θα της ξαναμιλήσω σε όλα τα διαλείματα!! Το βρήκα. Πεινάω μπαμπά, έλα να φάμε»
Ο μπαμπάς της Άννας δεν αντιστέκεται στην επιλογή της Άννας, παρόλο που δεν συμφωνεί. Αισθάνεται ικανοποιημένος που το παιδί έβαλε μια τάξη στις σκέψεις του, κατάφερε να έχει καλύτερη προοπτική, να έχει περισσότερες ιδέες και να κάνει την επιλογή της μόνη της. Αυτό που τον νοιάζει είναι η σχέση εμπιστοσύνης και σύνδεσης μαζί του και πως να βοηθήσει την Άννα να καταφέρνει να ρυθμίζει τις σκέψεις της και τα συναισθήματα της μόνη της.