Πόσες φορές έχετε πιάσει τον εαυτό σας να λέτε κάτι που δεν σας μοιάζει και πολύ δικό σας ; Διαφωνείτε με τον σύντροφό σας ή επιπλήττετε το παιδί σας χρησιμοποιώντας λόγια ή απειλές που δεν είναι δικές σας ; Πόσες φορές μένετε άφωνοι και αναρωτιέστε από πού ήρθε αυτό, και μετά από λίγα λεπτά σας ακούγεται σαν την μαμά ή τον μπαμπά σας ;
Καλώς ή κακώς, πολλά από τα χαρακτηριστικά των γονιών μας «κατοικούν» μέσα μας. Η θετική ταύτιση με στοιχεία που μας άρεσαν στους γονείς μας, μας βοηθάει να «κληρονομήσουμε» αξίες που θαυμάζουμε και σεβόμαστε. Δυστυχώς, στην άλλη όχθη, τα αρνητικά τους στοιχεία, ιδίως αυτά που σαν παιδιά και έφηβους μας προκαλούσαν συναισθήματα θλίψης, στεναχώριας, φόβου και θυμού, μπορούν επίσης να εντρυφήσουν στην ψυχή μας και να επηρεάσουν την συμπεριφορά μας. Κι αυτό συμβαίνει συνεχώς στις μέρες μας που το στρες είναι μεγάλο και που κατά κάποιο τρόπο μας θυμίζει το παρελθόν μας και καταφέρνει να ενεργοποιεί παλιά ερεθίσματα μέσα μας.
Όπως μπορεί να φαντάζεστε, τα σενάρια που χαρακτήρισαν την παιδική μας ηλικία είναι όλο και πιο πιθανό να εμφανιστούν όταν εμείς γίνουμε γονείς. Μπορεί να μην θυμόμαστε τον τρόπο με τον οποίο μας επίπληττε ο μπαμπάς καθώς οδηγούσε μέχρι την στιγμή που τα δικά μας παιδιά θα είναι άτακτα στο πίσω κάθισμα του αυτοκινήτου. Μπορεί να μην μπορούμε να φέρουμε στην μνήμη μας ποια λόγια ή κινήσεις της μαμάς προκαλούσαν το κλάμα μας, μέχρι την στιγμή που θα κάνουμε ένα σαρκαστικό σχόλιο στο δικό μας παιδί κι αυτό θα αναστατωθεί.
Τα καλά νέα είναι ότι αν καταφέρουμε να παρατηρήσουμε αυτά τα στοιχεία μέσα μας, και εντοπίσουμε από πού έρχονται, και τροποποιήσουμε την συμπεριφορά μας για να αγγίξουμε τα δικά μας δεδομένα και αρχές, μπορούμε να διαφοροποιήσουμε τον αρνητικό προγραμματισμό του παρελθόντος μας. Να γίνουμε δηλαδή όλο και περισσότερο ο γονέας που εμείς θέλουμε να είμαστε, κι όχι απαραίτητα αυτός ο γονέας που μας μεγάλωσε.
Σε αυτή τη διαδικασία της διαφοροποίησης όμως υπάρχουν μερικά πολύ σημαντικά βήματα. Αρχικά πρέπει να γίνουμε παρατηρητές των ίδιων των αντιδράσεών μας. Πρέπει να προσπαθήσουμε να παρατηρήσουμε τον τρόπο επαφής με τα παιδιά μας, καθώς εκεί μπορεί να δούμε αντιδράσεις που δεν θεωρούμε ότι είναι κομμάτι του χαρακτήρα μας ή που δεν αντιπροσωπεύουν το είδος του γονέα που θέλουμε να είμαστε. Υπάρχουν κάποια συμπεριφορές ή καταστάσεις που σας αναστατώνουν ; Για παράδειγμα, εκνευρίζεστε και χάνετε την υπομονή σας όταν βοηθάτε την κόρη σας με τις ασκήσεις του σχολείου ; Χάνετε την ψυχραιμία σας όταν ο γιός σας κάνει κάποια ξεσπάσματα ή έχει ενοχλητικές συμπεριφορές ; Σκεφτείτε τέτοιες σκηνές και σενάρια που σας οδηγούν σε αρνητικές αντιδράσεις και φορτισμένες συναναστροφές με το παιδί σας. Μήπως βλέπετε κάτι που επαναλαμβάνετε με αυτοματισμό κι όχι τόσο συνειδητά ;
Στην συνέχεια, θα χρειαστεί να αναρωτηθείτε σχετικά με το κατά πόσο προβάλλετε χαρακτηριστικά ή δυναμικά της δικής σας παιδικής ηλικίας, κι αν αναβιώνετε και ξαναφέρνετε στο προσκήνιο και στην επικοινωνία με τα δικά σας παιδιά, πτυχές από τότε. Για να το καταλάβετε αυτό πρέπει να αποκτήσετε επίγνωση του τρόπου με τον οποίο σας μεγάλωσαν. Ήταν ανυπόμονοι μαζί σας όταν έπρεπε να σας βοηθήσουν με τις ασκήσεις του σχολείου ; Σας πίεζαν, αδιαφορούσαν ή παράβλεπαν τις υποχρεώσεις σας για το σχολείο και τις ανάγκες σας ; Έχαναν τον έλεγχο των νεύρων τους μαζί σας όταν είχατε κάποια συναισθηματική φόρτιση ή ξέσπασμα ;
Καθώς συμπληρώνετε το παζλ των αναμνήσεων, μπορεί να αρχίσετε να βλέπετε την αξία του να συντάξετε μια συνοχική ιστορία για το παρελθόν σας. Το να γνωρίζετε την δική σας ιστορία και να την λέτε, ακόμα και στον εαυτό σας, μπορεί να σας βοηθήσει να κατανοήσετε τις πράξεις σας στο παρόν και συνειδητά πια να αποφασίσετε πώς να κινηθείτε στο μέλλον.
Σίγουρα η διαδικασία της ολοκλήρωσης του παζλ μπορεί να προκαλέσει πόνο. Στενάχωρες και ίσως και επώδυνες αναμνήσεις θα έρθουν στην επιφάνεια. Η συνειδητοποίηση ότι οι γονείς σας είναι άνθρωποι – οπότε όχι και αλάνθαστοι ή τέλειοι – μπορεί να είναι για εσάς κάτι πολύ δύσκολο να δεχτείτε. Έχουμε μια φυσική τάση να θέλουμε να προστατεύσουμε τους γονείς μας. Ακόμα και υποσυνείδητα εντοπίζουμε τις επικριτικές τους στάσεις προς εμάς και συχνά αναλαμβάνουμε μέρος των υποτιμητικών προς εμάς απόψεών τους σαν να είναι δικές μας. Αυτός ο εσωτερικευμένος γονέας είναι αυτό που συχνά σας αναφέρω ως εσωτερική φωνή του κριτή. Μπορεί να μοιάζει απειλή να ανεξαρτητοποιηθούμε και να διαχωρίσουμε τον εαυτό μας από τους ανθρώπους που μας φρόντισαν και μας προστάτευσαν κάποτε, όμως με το να δείξουμε κατανόηση και συμπόνια στον παιδί που έχουμε μέσα μας, θα καταφέρουμε να μεταφέρουμε αυτό το συναίσθημα και στο δικό μας παιδί. Να μπορεί δηλαδή να ξεχωρίζει την άποψη του γονέα του από την άποψη που έχει το ίδιο για τον εαυτό του χωρίς να επηρεάζεται από την διάθεση που έχει την εκάστοτε στιγμή ο γονέας του κι έτσι να αποφύγει να εσωτερικεύει κατηγορίες και ενοχές που του «μεταφέρονται». Μπορούμε να διαφοροποιηθούμε από τα λιγότερο επιθυμητά στοιχεία και στάσεις των γονέων μας ενώ ταυτόχρονα διατηρούμε τις αξίες που θαυμάζουμε σε αυτούς.
Μόλις κάνουμε την σύνδεση μεταξύ των γεγονότων του παρελθόντος και της τωρινής μας συμπεριφοράς, και μόλις τιμήσουμε το συναίσθημα που έχουμε για τον εαυτό μας και τις εντάσεις που αντέξαμε, θα γίνουμε πιο δυνατοί στην προσπάθειά μας να προκαλέσουμε και να αλλάξουμε τα αρνητικά στοιχεία που έχουμε ως γονείς. Μπορούμε να αμφισβητήσουμε επικριτικές ή χαλαρές στάσεις και συμπεριφορές προς τα παιδιά μας που δεν φαίνεται να έχουν θέση στην προκείμενη κατάσταση. Και μπορούμε να αναγνωρίσουμε τότε ότι όπως εμείς δεν είμαστε οι γονείς μας, έτσι και τα παιδιά μας δεν είναι το παιδί που έχουμε μέσα μας. Κι έτσι θα είμαστε μακράν καλύτερα συντονισμένοι με αυτό που πραγματικά μπορεί να συμβαίνει στο παιδί μας. Θα έχουμε κάνει σημαντικά βήματα στον διαχωρισμό των γονέων που δεν θέλουμε να είμαστε και θα κυνηγάμε καθημερινά να φτάσουμε την προσωπικότητα του ανθρώπου που θα θέλαμε κάποια ημέρα να μιμηθεί το παιδί μας !