Πολλές φορές οι γονείς μέσα στην προσπάθεια οριοθέτησης και τροποποίησης των συμπεριφορών του παιδιού, διαπραγματεύονται τα συναισθήματα τους και την αγάπη τους προς αυτό με αποτέλεσμα το παιδί να βιώνει συνεχείς αγωνίες και ματαιώσεις για τη σταθερότητα των συναισθημάτων και τη θέση του μέσα στην οικογένεια.
Η επικοινωνία γονιών με τα παιδιά
Ο τρόπος επικοινωνίας των γονιών με τα παιδιά περιορίζεται πολύ συχνά σε προστακτικές, σε διαταγές, σε απειλές, σε αρνητικές εκφράσεις που περιέχουν «δεν» και «μην» ή εκφράσεις που το ένα σκέλος τους ακυρώνει οτιδήποτε θετικό έχουν πει μόλις πριν-π.χ. «είσαι έξυπνος αλλά τεμπέλης», «είναι καλό παιδί αλλά μας στεναχωρεί»-, ενώ όταν συμβαίνει ένα δυσάρεστο γεγονός, τείνουν να είναι ιδιαίτερα επικριτικοί με το παιδί και να το χαρακτηρίζουν με επίθετα προβαίνοντας σε γενικούς χαρακτηρισμούς.
Η καλή επικοινωνία των γονιών με τα παιδιά συμβάλλει στην ενίσχυση της αυτοεκτίμησής τους.
Το παιδί μέσα από το οικογενειακό περιβάλλον του διαμορφώνει την αυτοαντίληψη και την αυτοεκτίμησή του, η οποία βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στα μηνύματα που εισπράττει από τους γονείς του.
Ας δούμε μερικές «καλές» πρακτικές που μπορούν να βελτιώσουν την καθημερινή επικοινωνία με τα παιδιά:
Συζητούμε με το παιδί όταν είμαστε ήρεμοι. Προσπαθούμε να καταλάβουμε τα συναισθήματα που κρύβονται πίσω από τα λόγια του. Είναι αναγκαίο να «μπούμε» στη θέση του παιδιού μας και να κατανοήσουμε τι είναι σημαντικό γι’ αυτό.
Είναι σημαντική η στάση του σώματος και ο τόνος της φωνής μας. Δεν πρέπει να δίνουμε την εντύπωση στο παιδί ότι σκοπός της συζήτησης είναι ο έλεγχος ή η τιμωρία. Είναι απαραίτητο να βοηθήσουμε τα παιδιά να κατανοήσουν ότι τα λάθη, οι άστοχες κινήσεις, διορθώνονται και ότι δεν φέρνουν την καταστροφή.
Ακούμε προσεκτικά τι θέλει να πει το παιδί μας και δε το διακόπτουμε πριν ολοκληρώσει τη σκέψη του. Του δίνουμε το χρόνο να ολοκληρώσει τη σκέψη του, να μιλήσει για τα συναισθήματά του. Ο γονιός που αφιερώνει χρόνο και δείχνει προσοχή στο παιδί όταν μιλάει, του περνάει το μήνυμα ότι το σέβεται και ότι το αντιμετωπίζει ισότιμα.
Χαρακτηρίζουμε τη συμπεριφορά και όχι το ίδιο το παιδί. Λέμε για παράδειγμα: «Είναι ανεύθυνο να γυρίσεις αργά, χωρίς να μας ειδοποιήσεις» αντί «Είσαι ανεύθυνος!». Το βοηθάμε να καταλάβει ότι δεν μας αρέσει η ανάρμοστη συμπεριφορά του και όχι ο χαρακτήρας του.
Τονίζουμε τα θετικά του. Τα αρνητικά μας σχόλια μειώνουν την αυτοεκτίμηση του παιδιού. Είναι πολύ πιο χρήσιμο να πούμε π.χ.: «Καλή προσπάθεια. Κάθε φορά τα καταφέρνεις όλο και καλύτερα». Ενθαρρύνουμε τα παιδιά μας για να καταλάβουν ότι πιστεύουμε στις ικανότητές τους και τα βοηθάμε να αντιμετωπίζουν τις δυσκολίες με περισσότερη σιγουριά.
Φερόμαστε στο παιδί με σεβασμό και του δείχνουμε ότι το θεωρούμε ένα σημαντικό πρόσωπο στην ζωή μας. Μπορούμε να ζητήσουμε τη γνώμη του παιδιού για κάτι που μας αφορά, να του δώσουμε την ευκαιρία να συμμετέχει στα σχέδιά μας. Θα νιώσει μεγάλη χαρά και περηφάνια όταν δει ότι η άποψή του έχει βαρύτητα.
Οι γονείς ως πρότυπα συμπεριφοράς
Να θυμάστε ότι οι γονείς αποτελούν πρότυπα συμπεριφοράς για τα παιδιά και ο τρόπος που τους μιλάμε και τους απευθυνόμαστε έχει τεράστια επίδραση στην διαδικασία μάθησης των παιδιών και στην ικανότητά τους να γίνουν καλοί ακροατές και καλοί δέκτες των μηνυμάτων που τους μεταδίδουμε.
Τσιούλου Χριστίνα