Πολύ συχνά συναντώ γονείς που μου εξηγούν το “πρόβλημα” που έχουν με το παιδί τους και μου ζητάνε να τους βοηθήσω. Συνήθως την βοήθεια αυτήν την αντιλαμβάνονται ως παρέμβαση στο ίδιο το παιδί, προκειμένου αυτό να καταλάβει και να αλλάξει την ¨προβληματική” συμπεριφορά ή συνήθεια. Π.χ. ένα παιδί που δυσκολεύεται να προσαρμοστεί στο σχολείο, είναι επιθετικό ή δεν θέλει να διαβάσει, ένα παιδί που δεν θέλει να κοιμηθεί μόνο του αλλά στο κρεβάτι των γονιών του, ένα άλλο που “δεν ακούει λόγια”… κλπ.
Προφανώς και οι γονείς έχουν κάθε λόγο να είναι αναστατωμένοι και καλώς ζητάνε βοήθεια. Γιατί αυτοί (κυρίως) χρειάζονται βοήθεια. Εδώ όμως έρχεται ο μύθος του γεφυριού της Άρτας! Το οποίο το πρωί το χτίζανε και το βράδυ γκρεμιζόταν… Το πρωί το φτιάχνανε και το βράδυ χάλαγε, δεν στέριωνε. Δηλαδή η αλλαγή, το νέο, δεν μπορούσε να εγκατασταθεί, να στεριώσει… Κάτι ανάλογο προσπαθώ να εξηγήσω και στους γονείς τα πλαίσια της συμβουλευτικής τους.
Ότι η αλλαγή στην συμπεριφορά ενός παιδιού »περνάει» υποχρεωτικά από την αλλαγή, πρωτίστως, των ίδιων των γονιών. Ο ψυχολόγος, ο δάσκαλος, οποιοσδήποτε κι αν καταφέρει να βοηθήσει ένα παιδί να αλλάξει, δεν είναι αρκετός. Αν το παιδί ξαναγυρίσει στο σημαντικό για εκείνο περιβάλλον που είναι το σπίτι, η οικογένεια, και βιώσει τις ίδιες συνθήκες, τότε το “πρόβλημα” θα ξαναεμφανιστεί. Γιατί συνήθως τα “προβλήματα” αυτά δεν είναι παρά συμπτώματα μίας ευρύτερης “παθολογίας” που αφορούν συνολικά την λειτουργία της οικογένειας.
Σ’αυτήν την διαδικασία όμως, στην λειτουργία της οικογένειας, πρωταγωνιστές είναι αναπόφευκτα οι γονείς, όχι τα παιδιά (ούτε ο ψυχολόγος…). Κατά συνέπεια είναι οι γονείς που χρειάζεται πρώτοι να κατανοήσουν που και πως το σύστημα δυσλειτουργεί και να το αλλάξουν… Μετά ακολουθούν τα παιδιά και πολύ συχνά βλέπουμε ότι τότε η παρέμβαση σ’αυτή είναι πολύ πιο εύκολη και πολύ πιο σύντομη.
Αν οι γονείς καταλάβουμε το πως επενεργούμε στο σύστημα της οικογένειας, αν αναλάβουμε τις ευθύνες μας, στη λειτουργία αυτή, αν κατανοήσουμε πως συμβάλουμε στην δυσλειτουργία του και θελήσουμε να κάνουμε πραγματικά κάτι για αυτό, τότε όλα γίνονται πιο εύκολα, όλα γίνονται πιο απλά.
Κάπως έτσι καταλήγουμε στην διάσημη πια φράση “τα παιδιά δεν θέλουν ψυχολόγο, γονείς θέλουν!” Eίναι αλήθεια. Μία μεγάλη συγκινητική αλήθεια : Γιατί για τα παιδιά ο “σημαντικός άλλος” δεν είναι και δεν πρέπει να είναι ένας ψυχολόγος ( ή κάποιος άλλος ειδικός) άλλα πάνω απ’όλα ο Μπαμπάς και η Μαμά. Και αντίστοιχα για τους γονείς ο ειδικός πρέπει να είναι απλά ένα στήριγμα που θα τους βοηθήσει να αναζητήσουν την δική τους αξία, δύναμη και εμπιστοσύνη τόσο στον ίδιο τους τον εαυτό όσο και στην μεταξύ τους σχέση.
Ψυχολόγος Γιάννης Ξηντάρας