Η αίσθηση του χιούμορ των παιδιών μπήκε στο μικροσκόπιο μιας πρόσφατης έρευνας που δημοσιεύτηκε στην Επιθεώρηση Personality and Individual Differences. Σκοπός ήταν να μελετηθεί κατά πόσο μπορεί να είναι δείκτης της ψυχικής τους υγείας και με ποιον τρόπο.
Η έρευνα, που διήρκεσε 6 μήνες, έγινε στην Αγγλία με τη συμμετοχή 1.234 παιδιών 11-13 ετών και οι παράμετροι που μελετήθηκαν εκτός από την ποιότητα του χιούμορ τους ήταν επίσης τα επίπεδα της αυτοεκτίμησής τους, τα πιθανά δείγματα κατάθλιψης καθώς και τα επίπεδα της μοναξιάς που ίσως ένιωθαν.
Για να είναι πιο ακριβείς στα συμπεράσματά τους βασίστηκαν στους τέσσερις τύπους χιούμορ που αναγνωρίζονται σήμερα από τους περισσότερους επιστήμονες στο χώρο της Ψυχολογίας. Αυτοί οι τύποι είναι:
α) το χιούμορ που χρησιμοποιούμε για να μειώσουμε το στρες σε καταστάσεις άγχους
β)το επιθετικό χιούμορ που μας κάνει να αισθανόμαστε καλύτερα για τον εαυτό μας αλλά γίνεται εις βάρος άλλων ανθρώπων
γ) το «συμφιλιωτικό» χιούμορ που μειώνει την ένταση μεταξύ των ανθρώπων και συμβάλλει στη βελτίωση των σχέσεών τους και
δ)το ηττοπαθές χιούμορ που συμβάλλει στη διευκόλυνση των σχέσεών μας με τους άλλους αλλά γίνεται εις βάρος του ίδιου μας του εαυτού.
Κάποιοι άνθρωποι μπορεί να συνηθίζουν να κάνουν μόνο ένα είδος χιούμορ ενώ κάποιοι άλλοι να συνδυάζουν περισσότερα.
Πού κατέληξαν τελικά;
Οι επιστήμονες ανακάλυψαν πώς τα παιδιά που χρησιμοποιούν πολύ το επιθετικό αλλά και το συμφιλιωτικό χιούμορ και λιγότερο το ηττοπαθές και το χιούμορ για την καταπολέμηση του άγχους έχουν χαμηλότερα ποσοστά κατάθλιψης και μοναξιάς. Μάλιστα αυτά τα ποσοστά φαίνεται πώς μειώνονται με το πέρασμα του χρόνου. Ωστόσο επειδή το επιθετικό χιούμορ μακροπρόθεσμα φαίνεται να μας αποξενώνει από τους γύρω μας, η συγκεκριμένη κατηγορία φαίνεται πώς χρειάζεται περισσότερη διερεύνηση.
Τα παιδιά που χρησιμοποιούσαν περισσότερο το χιούμορ ως ανακούφιση από το άγχος και το συμφιλιωτικό χιούμορ αλλά λιγότερο το επιθετικό και το ηττοπαθές φάνηκαν να έχουν μεγάλη προσαρμοστικότητα στο περιβάλλον τους ενώ σημείωσαν τα χαμηλότερα ποσοστά κατάθλιψης και μοναξιάς και τα υψηλότερα αυτοεκτίμησης από όλα τα υπόλοιπα.
Από την άλλη τα παιδιά που κάνουν περισσότερο ηττοπαθές χιούμορ είχαν υψηλότερο σκορ στους δείκτες κατάθλιψης και μοναξιάς και γενικά φάνηκε να αντιμετωπίζουν δυσκολίες προσαρμογής στο ψυχοκοινωνικό τους περιβάλλον.
Υπήρξαν ωστόσο και κάποια παιδιά που χρησιμοποιούσαν το ίδιο συχνά και τα τέσσερα είδη χιούμορ. Αυτά φάνηκαν λιγότερα μοναχικά και καταθλιπτικά από τους «ηττοπαθείς» αλλά περισσότερο από τις δύο πρώτες ομάδες.
Όπως είπαν οι ειδικοί σαφώς και χρειάζονται περαιτέρω έρευνες, η συγκεκριμένη όμως είναι η πρώτη που δίνει ξεκάθαρα δείγματα πώς το χιούμορ μπορεί να είναι ένας δείκτης της ψυχικής υγείας των παιδιών όπως ισχύει και για τους ενήλικες.