Tο παιδί, κατά την περίοδο της προεφηβείας (9-12 ετών), αρχίζει να γίνεται πιο ανεξάρτητο. Επιδιώκει να περνά περισσότερο χρόνο με τους φίλους του, πάντα όμως έχει ανάγκη από την υποστήριξη και την ασφάλεια της οικογένειάς του. Όταν τα δεδομένα στην οικογένεια αλλάξουν, όπως για παράδειγμα με ένα διαζύγιο, το παιδί είναι πιθανό να αισθανθεί θυμό απέναντι στους γονείς του.
Οι γονείς, από την πλευρά τους, συχνά ανησυχούν για τις αντιδράσεις του παιδιού αλλά και για τις επιπτώσεις που θα έχει το διαζύγιο στη μετέπειτα ζωή του. Μερικές φορές, αποφεύγουν να του μιλήσουν για την κατάσταση επειδή νιώθουν οι ίδιοι άσχημα ή και ενοχικά. Όμως, παρόλο που το παιδί πρέπει πάντα να προστατεύεται από τις συγκρούσεις μεταξύ των γονέων, δεν το βοηθά καθόλου να διατηρεί την πλασματική εικόνα μιας αρμονικής οικογένειας και ξαφνικά να ανακαλύψει ότι οι γονείς του χωρίζουν.
Αντιθέτως, όταν ένα ζευγάρι αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα θα πρέπει να μιλήσει με ειλικρίνεια στο παιδί για την κατάσταση. Δηλαδή, να του εξηγηθεί ότι οι γονείς χρειάζονται χρόνο για να αποφασίσουν τι θα κάνουν. Είναι σημαντικό να προετοιμαστεί για το ενδεχόμενο του διαζυγίου και να είναι σίγουρο ότι θα ενημερωθεί γι΄ αυτό που θα αποφασιστεί στο τέλος, είτε οι γονείς παραμείνουν μαζί είτε όχι [1].
Η απόφαση του διαζυγίου, όταν ανακοινωθεί στο παιδί, θα πρέπει να είναι οριστική. Οι γονείς χρειάζεται να το διαβεβαιώσουν ότι θα εξακολουθούν να το αγαπούν και να το φροντίζουν και οι δύο. Αν και δε θα είναι πια παντρεμένοι, θα είναι πάντα γονείς.
Το παιδί, στην ηλικία αυτή, μπορεί να έχει διάφορες αντιδράσεις: να νιώσει διχασμένο, να προσπαθεί πολύ να διατηρεί καλή σχέση και με τους δύο γονείς ή να είναι επιθετικό με τον έναν γονέα ή και με τους δύο [2]. Επίσης, μπορεί να αναζητήσει την ευθύνη, δηλαδή ποιος θέλησε το διαζύγιο. Οι γονείς θα πρέπει να ανταποκριθούν αναλαμβάνοντας ο καθένας τη δική του ευθύνη.
Επίσης, μετά το διαζύγιο χρειάζεται να υπάρχει επαγρύπνηση για τις ακόλουθες συμπεριφορές στο παιδί:
-Κοινωνική απόσυρση, δυσκολία στις διαπροσωπικές σχέσεις με συνομηλίκους
-Έντονος θυμός ή επιθετικότητα
-Ψυχοσωματικές εκδηλώσεις (π.χ. πονοκέφαλοι)
-Αίσθημα ντροπής για το διαζύγιο
-Ανάληψη πολλών ευθυνών (π.χ. να δρα ως «γονέας»)
Προκειμένου να βοηθήσουν το παιδί τους, οι γονείς θα πρέπει να το ακούνε χωρίς να το κρίνουν. Επίσης, δε θα πρέπει να το επιβαρύνουν με ευθύνες που δεν αρμόζουν στην ηλικία του. Όση ανάγκη κι αν έχουν οι γονείς για συναισθηματική υποστήριξη, θα πρέπει να την αναζητήσουν σε άλλους και όχι να βασίζονται στο παιδί. Ακόμα, είναι καλύτερο να παραμείνει στο ίδιο σπίτι και στο ίδιο σχολείο, αν αυτό είναι εφικτό, για να διατηρήσει μια αίσθηση συνέχειας στο οικείο αλλά και στο κοινωνικό του περιβάλλον.
Στην καθημερινότητα του παιδιού, ένα λεπτομερές πρόγραμμα το οποίο θα έχει συμφωνηθεί εκ των προτέρων και από τους δύο γονείς, θα το βοηθήσει στην προσαρμογή του.
Το διαζύγιο φέρνει αλλαγές στη ζωή όλων των μελών της οικογένειας. Χρειάζεται ευελιξία και προσαρμοστικότητα στη διαμόρφωση των προτεραιοτήτων όλων των εμπλεκομένων μέχρι να επιτευχθεί μια νέα, διαφορετική ισορροπία.
[1] Φρανσουάζ Ντολτό (2013). «Όταν οι γονείς χωρίζουν». Βιβλιοπωλείον της Εστίας, πέμπτη έκδοση. [2] Αναλυτικότερα στον Οδηγό “Making plans: A guide to parenting arrangements after separation or divorce” στην ιστοσελίδα http://www.justice.gc.ca/eng/fl-df/parent/mp-fdp/index.html
efiveia.gr