Δεν είχα ιδέα που πηγαίνω και τι επρόκειτο να κάνω. Η σύζυγος είχε φροντίσει τα σχετικά, μετά από διαμαρτυρία μου περί κόπωσης, περιορισμένου χρόνου και φόρτου εργασίας. Είχε καταλάβει καλά πως η καθημερινότητα ζημίωνε τόσο εμένα προσωπικά όσο και τον κοινό δημιουργικό οικογενειακό μας χρόνο. Δεν με χαροποίησε καθόλου, το αντίθετο μάλιστα. Έπρεπε να φύγω από το γραφείο, νωρίτερα από ότι συνήθιζα, ημέρα Πέμπτη εν ώρα αιχμής. Η συνθήκη αυτή μου προκαλούσε άρνηση, επιπλέον κούραση και πονοκέφαλο και μόνο στην ιδέα.
Την ημέρα του float μπήκα χολωμένος στο αυτοκίνητο έχοντας αφήσει για την επόμενη εργάσιμη εκκρεμότητες, που γνώριζα καλά πως θα με κρατούσαν έως αργά το βράδυ στο γραφείο. Ήταν το τίμημα για την υποσχόμενη χαλάρωση. Η κίνηση απερίγραπτη. Ο χρόνος που χρειάστηκε για την απόσταση του 1,7χλμ ξεπερνούσε κάθε σενάριο φαντασίας.
Εξάντλησα κάθε ραδιοφωνικό σταθμό, τραγούδησα σιγά, δυνατά, σχολίασα κάθε οδηγό μέχρι που κατάφερα να φτάσω στον προορισμό. Κατά την είσοδο μου στον χώρο επανήλθαν στην θέση τους τα ηλεκτρισμένα μου μαλλιά καθώς η ατμόσφαιρα περιόριζε αυτόματα κάθε εκνευρισμό. Το προσωπικό, που προφανέστατα αντιλήφθηκε την κατάσταση μου, κατάφερε να επαναφέρει τις κόρες των ματιών μου στην θέση τους με την πιο ζεστή και φιλική υποδοχή που έχω δεχθεί έως σήμερα ενώ παράλληλα στάθηκε εξαιρετικά υπομονετικό στις ερωτήσεις που ως ανίδεος έθετα μετά τις οδηγίες που μου έδωσαν.
Αφέθηκα και ένιωσα να γίνομαι ένα με το νερό. Ταξίδεψα. Κυβέρνησα το αστροδιάστημα μου. Εντός του υδάτινου pod, στο δικό μου σκοτάδι, στο φωτεινό χάος μου, κύλισα στις κορυφές βουνών θειικού μαγνησίου. Σε αυτήν την μια ώρα πέρασα σε όλα εκείνα τα φανταστικά βραδινά παιδικά αναγνώσματα. Επέστρεψα σπίτι με το ίδιο παιδικό χαμόγελο που είχα σαν αντίκρυσα για πρώτη φορά τους γονείς μου. Ευχαρίστησα την σύζυγο, την φίλησα και κοιμήθηκα σαν πουλάκι. Σαν ένα από αυτά που άκουγα στο pod του etherfloat.