Όταν έμαθα ότι η γυναίκα μου είναι έγκυος την πρώτη φορά, τρόμαξα. Μετά χάρηκα, αλλά πρώτα τρόμαξα, η αλήθεια να λέγεται. Βασικά και τη δεύτερη φορά που έμεινε έγκυος, πάλι τρόμαξα…
Δεν ξέρω αν αυτό με κάνει κακό πατέρα ή κακό σύζυγο. Άλλωστε δεν έχω τολμήσει να το συζητήσω με κανέναν μέχρι τώρα για να μου πει τη γνώμη του, για να μη με κατηγορήσει για ακριβώς αυτό, αλλά έτσι έγινε.
Η επόμενη αντίδραση, μετά και από την αμήχανη χαρά, είναι να προσπαθώ να απαντήσω με ειλικρίνεια, στη χαζή ερώτηση συγγενών και φίλων «τι θέλεις να είναι, αγόρι ή κορίτσι;». Και φυσικά, η απάντηση, είναι συνήθως το εξίσου ηλίθιο και ανυπέρβλητα κοινότυπο «υγεία να ‘χει κι ας είναι ό,τι θέλει».
Για έναν περίεργο λόγο όμως, οι περισσότεροι μπαμπάδες όταν αρχίζουν να το επεξεργάζονται, αποφασίζουν ότι είναι μάλλον καλύτερα να τους βγει γιος. Λες και θα υπάρχει ακόμα το Playstation 3 σε 15 χρόνια και αν υπάρχει, ο γιος τους θα καταδέχεται να παίζει μαζί τους. Οπότε, από ένα σημείο και μετά, οι περισσότεροι μπαμπάδες απαντούν μεταξύ σοβαρού κι αστείου στην παραπάνω ερώτηση με το «υγεία να ‘χει κι ας είναι ό,τι θέλει. Αρκεί να κατουράει όρθιο». Και δώσ’ του τα γέλια μετά, για να δείξουν ότι και καλά το είπαν για πλάκα.
Έτσι την πάτησα κι εγώ. Αλλά εγώ δε φταίω. Είχα αποφασίσει να μην ενδώσω σε αυτού του τύπου τις κοινότυπες μπαρούφες. Στον τρίτο μήνα εγκυμοσύνης όμως, μου φούσκωσε τα μυαλά ο γιατρός στον υπέρηχο:
– «Άντε, να σας ζήσει ο γιος!»
– «Αλήθεια γιατρέ, γιος;»
– «Ε, ναι, τί λέμε; Και προικισμένος κιόλας, φαίνεται καθαρά!»
– «Είναι σίγουρο Δηλαδή;
– «99%!»
Και χωρίς να το θέλω, μπήκα σε μια διαδικασία να σκέφτομαι πως θα είναι η ζωή μας με ένα γιο. Τα αθλήματα, οι γυναίκες, τα αυτοκίνητα, τα μηχανάκια, το σχολείο, η εφηβεία… Και πάμε τον τέταρτο μήνα και τι να δούμε; Τώρα ήταν πραγματικά ξεκάθαρο, το έβλεπα κι εγώ! Ή μάλλον δεν το έβλεπα. Γιατί δεν υπήρχε τίποτα να δω. Ξέρετε, εκεί, ανάμεσα στα πόδια. «Να σας ζήσει το κορίτσι!» είπε ο γιατρός σαν να μη συμβαίνει τίποτα.
Κορίτσι; Και πώς θα είναι τώρα αυτό; Πωω… Θα γεμίσει το σπίτι ροζ αντικείμενα. Και μπάνιο; Πώς θα την κάνω μπάνιο; Καταρχάς, επιτρέπεται να την κάνω εγώ μπάνιο; Τα κορίτσια μετά έχουν και περίοδο! Και μετά… γκόμενους! Γκόμενους;! Δε μπορεί, κάποιο λάθος θα έχει γίνει. Την επόμενη φορά θα του ζητήσω να κοιτάξει καλύτερα. Όπως την προηγούμενη φορά. Κάποιο λάθος θα έχει γίνει.. .
Όλοι οι μπαμπάδες λοιπόν, από τη στιγμή που γεννιέται η κόρη τους, γίνονται αυτομάτως, ισόβια μέλη στο D.A.D.D., το κλαμπ των Dads Against Daughters Dating. Ακόμα κι αν δεν το ξέρουν. Ακόμα κι αν δεν το παραδέχονται. Μα, αλήθεια, είναι να απορεί κανείς γι’ αυτό; Είναι αδιανόητο για κάποιον που είχε σε αποκλειστικότητα για χρόνια, τα χάδια, τα χαμόγελα, τα γέλια, την περιποίηση, την αγάπη και τη στοργή του σημαντικότερου θηλυκού γι’ αυτόν στον κόσμο (δε λέω γυναίκα, γιατί ποτέ δεν θα γίνει γυναίκα το μικρό του κοριτσάκι), τώρα να πρέπει να τα μοιράζεται ή ακόμα χειρότερα να τα στερείται, εξαιτίας ενός μαντραχαλά. Και όλοι ξέρουμε τι κάνουν οι μαντραχαλάδες στις κόρες ανυποψίαστων μπαμπάδων! Ό,τι έκανε ο ίδιος στη μαμά της!
Όχι, όχι. Κάποιο λάθος θα έχει γίνει. Αυτό σκεφτόμουν προχθές το πρωί, όταν μετά από μια πρωτόγνωρη, πολύλεπτη, εκκωφαντική σιωπή στο σπίτι, αναζήτησα τη δίχρονη κόρη μου. Μετά από μια σύντομη αναζήτηση, τη βρήκα στο μπάνιο, να έχει επιδράμει, για πρώτη φορά στη ζωή της, στο συρτάρι με τα καλλυντικά της μητέρας της και να έχει βάψει όλο της το πρόσωπο – κυρίως τα μάτια – με lip gloss.
Κοντοστάθηκα για λίγο, με κοίταξε περήφανα, την κοίταξα κι εγώ περήφανα, αλλά για διαφορετικό λόγο από αυτή και θυμήθηκα τον τρόμο που ένιωσα όταν ήταν έγκυος η μητέρα της. Το πιο όμορφο «λάθος» στον κόσμο!, σκέφτηκα. Και αφού της καθάρισα το lip gloss από το πρόσωπο, πήγα να καθαρίσω το όπλο μου. Έτσι. Χωρίς κάποιον ιδιαίτερο λόγο. Να είναι σε ετοιμότητα καλού κακού…