Κατά γενική ομολογία, υπάρχουν δύο τύποι στρατηγικών σχέσης: η βραχυπρόθεσμη στρατηγική, η οποία συνίσταται στη σύναψη εφήμερων σχέσεων με εναλλαγή συντρόφων και η μακροπρόθεσμη στρατηγική, που αναφέρεται στη δημιουργία σχέσης με έναν σύντροφο με μεγάλη χρονική διάρκεια.
Το είδος της στρατηγικής που θα ακολουθήσει το κάθε άτομο εξαρτάται από μια μεγάλη ποικιλία παραγόντων. Για παράδειγμα, έχει παρατηρηθεί ότι η παρουσία ή η απουσία της πατρικής φιγούρας κατά την παιδική ηλικία διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στον τρόπο που θα επιλέξει το παιδί να σχετιστεί στη μετέπειτα ζωή του.
Πιο συγκεκριμένα, τα άτομα που μεγάλωσαν σε οικογένεια χωρίς πατρική παρουσία, ιδίως κατά την ηλικία των 5-7 ετών, φαίνεται να έχουν την τάση να στρέφονται προς τη βραχυπρόθεσμη στρατηγική, η οποία χαρακτηρίζεται από πρώιμη σεξουαλική ωρίμανση, πρώιμη σεξουαλική δραστηριότητα και συχνή εναλλαγή συντρόφων.
Από την άλλη πλευρά, στα παιδιά που η πατρική φιγούρα ήταν παρούσα, κυρίως από τα 5 ως τα 7 έτη της ζωή τους, είναι πιο πιθανό να δούμε να ακολουθούν την μακροπρόθεσμη στρατηγική στη σύναψη σχέσεων, η οποία περιλαμβάνει την «αργή» σεξουαλική ωρίμανση και δραστηριότητα, καθώς και την αναζήτηση ενός συντρόφου με τον οποίο θα υπάρξει μια σχέση σταθερότητας και ασφάλειας.
Παρά το γεγονός ότι απουσία του πατέρα έχει σημαντικές συνέπειες για την ευημερία και στα δύο φύλα, ένα μεγάλο μέρος της βιβλιογραφίας έχει επικεντρωθεί στην επίδραση της απουσίας του πατέρα στις αναπτυξιακές και αναπαραγωγικές συμπεριφορές στα κορίτσια, καθώς πλησιάζουν στην ενηλικίωση. Μεγάλο μέρος αυτής της έρευνας, βασίζεται στη Θεωρία της Πατρικής Επένδυσης, η οποία είναι ένα εξελικτικό πλαίσιο που προβλέπει ότι οι πατέρες παίζουν σημαντικό ρόλο στη ρύθμιση της σεξουαλικής ανάπτυξης των κορών τους.
Η Θεωρία της Πατρικής Επένδυσης προϋποθέτει ότι η φύση έχει «σχεδιάσει» τον εγκέφαλο των κοριτσιών με τέτοιο τρόπο ώστε να είναι σε θέση να ανιχνεύει και να κωδικοποιεί πληροφορίες για την κοινωνική συμπεριφορά και την επένδυση των πατέρων τους ως βάση για τις δικές τους αναπαραγωγικές επιλογές. Σύμφωνα με αυτήν τη θέση, αν μια κοπέλα μεγαλώνει σε ένα σπίτι με έναν πατέρα υψηλής επένδυσης, της στέλνει ένα μήνυμα ότι
(α) ζει στο είδος του περιβάλλοντος που ευνοεί τη σοβαρή γονεϊκή επένδυση από τις μητέρες και τους πατέρες και
(β) ότι τα οφέλη της γονεϊκής φροντίδας (από την άποψη της μακροπρόθεσμης αναπαραγωγικής επιτυχίας) είναι υψηλά.
Σε αυτούς τους τύπους των οικογενειακών συστημάτων, είναι ωφέλιμο για τις γυναίκες να επενδύσουν σε μεγάλο βαθμό στη δική τους ανάπτυξη πριν φθάσουν στη σεξουαλική ωριμότητα και αρχίζουν να είναι σε αναπαραγωγική φάση, επειδή θα βελτιώσει την ικανότητά τους να δημιουργούν απογόνους με ισχυρή αυτοεκτίμηση.
Από την άλλη πλευρά, εάν ένα κορίτσι μεγαλώνει σε ένα σπίτι όπου λείπει η πατρική επένδυση, αυτό πιστεύεται ότι στέλνει το αντίθετο μήνυμα: ότι δεν μπορεί να αναζητήσει την αρσενική φροντίδα σε αυτό το περιβάλλον και τα οφέλη της επένδυσης στα παιδιά δεν επαρκούν. Σε αυτούς τους τύπους των συστημάτων σχέσεων, δείνχει να είναι εξελικτικά ωφέλιμο για τις γυναίκες να στρέψουν τη σεξουαλική ανάπτυξη τους και τη λήψη των αποφάσεων σε τρόπους που προωθούν την «ποσότητα αντί για την ποιότητα» στη στρατηγική ζευγαρώματος, η οποία χαρακτηρίζεται από πρώιμη σεξουαλική ανάπτυξη και μικρότερη ηλικία της πρώτης γέννησης του παιδιού τους.
Πολλά στοιχεία δείχνουν ότι η απουσία του πατέρα στρέφει τις κόρες προς την επιτάχυνση της ανάπτυξης, τη σεξουαλικότητα και την αναπαραγωγή. Για παράδειγμα, οι ερευνητές έχουν επανειλημμένες ενδείξεις ότι η έγκαιρη πατρική επένδυση είναι ένας σημαντικός καθοριστικός παράγοντας της εφηβικής χρονικής φάσης, με τις κόρες που έχουν πατέρες με μειωμένη πατρική επένδυση να βιώνουν νωρίτερα εμμηναρχή σε σχέση με τα κορίτσια που μεγαλώνουν έχοντας μεγαλύτερη συμμετοχή των πατέρων.
Επιπλέον, οι κόρες που έχουν πατέρες-απόντες από τη ζωή τους εμφανίζουν μια σειρά από συμπεριφορές που βιώνονται συχνότερα και από νωρίς στην ανάπτυξη των κοριτσιών, συμπεριλαμβανομένων της αυξημένης σεξουαλικής ασυδοσίας, υψηλότερα ποσοστά εγκυμοσύνης στην εφηβική ηλικία, πρόωρη πρώτη σεξουαλική επαφή και αναπαραγωγή και η δυσκολία σχηματισμού σταθερών μακροχρόνιων σχέσεων με τις πιο έντονες επιπτώσεις να παρατηρούνται στα κορίτσια των οποίων οι πατέρες ήταν απόντες από μικρή ηλικία.
Για παράδειγμα, ο Ellis και οι συνεργάτες του (2003) εξέτασαν τη σχέση μεταξύ της απουσίας του πατέρα και της σεξουαλικής συμπεριφοράς των κοριτσιών σε ένα ποικίλο δημογραφικό δείγμα κοριτσιών, σε ένα διάστημα 13 ετών. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι τα έφηβα κορίτσια που βίωσαν την απουσία του πατέρα νωρίς στη ζωή, είχαν διπλάσιες πιθανότητες να έχουν σεξουαλική επαφή και επτά φορές πιο πιθανό να μείνουν έγκυες από την ηλικία 17 ετών, σε σχέση με τα κορίτσια των οποίων οι πατέρες ήταν παρόντες κατά τη διάρκεια της πρώιμης ανάπτυξης τους. Επιπλέον, τα αποτελέσματα αυτά φαίνεται να είναι ειδικά για τα κορίτσια των οποίων οι πατέρες απουσιάζουν εκούσια, με τις κόρες των γυναικών σε χηρεία να μην επηρεάζονται.
Παρά το γεγονός ότι μεγάλο μέρος της έρευνας βρίσκει μία σύνδεση μεταξύ της απουσίας/παρουσίας του πατέρα και της λήψης σεξουαλικών αποφάσεων των κορών τους, ως επιστήμονες, πρέπει να είμαστε προσεκτικοί όσον αφορά στην σύναψη μιας αιτιώδους σχέσης μεταξύ δύο μεταβλητών, χωρίς τη διεξαγωγή ενός πειράματος. Πράγματι, αν οι πατέρες ασκούν αιτιώδη επίδραση στη σεξουαλική ψυχολογία των κορών τους, είναι ένα θέμα που εξακολουθείται να συζητείται ευρέως, λόγω της έλλειψης τυχαιοποιημένης πειραματικής έρευνας. Δεδομένου ότι στις μελέτες οι γυναίκες βιώνουν την παρουσία ή την απουσία του πατέρα πριν από τη μέτρηση της κοινωνικοσεξουαλικής συμπεριφοράς τους, δημιουργεί κάποια προφανή ηθικά διλήμματα (για να μην αναφέρουμε πολλά πρακτικά προβλήματα).
Οπότε, αποφασίσαμε πρόσφατα να δοκιμάσουμε την επόμενη πιο αξιόπιστη μελέτη που θα μπορούσαμε να κάνουμε: οι γυναίκες να γράψουν για μία περίοδο που ο πατέρας τους ήταν απών ή παρών σε ένα σημαντικό γεγονός της ζωής τους και στη συνέχεια να μετρήσουμε διάφορα χαρακτηριστικά της λήψης των σεξουαλικών αποφάσεών τους. Με αυτό το στόχο στο μυαλό, πραγματοποιήσαμε πέντε πειράματα που εξετάζουν τις επιπτώσεις που έχει στη σεξουαλική διαδικασία λήψης αποφάσεων των γυναικών η υπενθύμιση της απουσίας του πατέρα.
Τα ευρήματά μας παρέχουν σε σταθερή βάση μία πειραματική υποστήριξη για την αιτιώδη συνάφεια μεταξύ των «πατρικών επενδύσεων και των λήψεων σεξουαλικών αποφάσεων των κορών». Οι φοιτήτριες που περιέγραψαν μία περίοδο που ο βιολογικός πατέρας τους ήταν απών, εμφάνισαν μεγαλύτερη ενεργοποίηση των σεξουαλικών αντιλήψεων και πιο ανεκτικές σεξουαλικές συμπεριφορές.
Επιπρόσθετα της ενεργοποίησης των σεξουαλικών αντιλήψεων, η πρόωρη απουσία του πατέρα είχε επιπτώσεις στη ρητή στάση τους απέναντι στο περιστασιακό σεξ. Ανέφεραν ότι επιθυμούν να έχουν σεξουαλικές σχέσεις με ένα μεγαλύτερο αριθμό ανδρών και αναμένεται να κάνουν σεξ με έναν μεγαλύτερο αριθμό ανδρών στο μέλλον, επιπτώσεις που σχετίζονται ισχυρά από τα αρνητικά συναισθήματα που μπορεί να έχουν προκληθεί από την ανάμνηση της απουσίας του πατέρα τους.
Επιπλέον, αυτές οι γυναίκες έδειχναν μεγαλύτερη αρνητικότητα προς τη χρήση των προφυλακτικών, μια επίδραση που δεν παρατηρήθηκε στους άνδρες φοιτητές οι οποίοι περιέγραψαν την παρουσία του πατέρα τους. Παρ’ όλο που ανέφεραν μεγαλύτερη προθυμία να ρισκάρουν σεξουαλικά, οι γυναίκες που περιγράφουν την απουσία του πατέρα τους δεν ήταν πιο πρόθυμες να ρισκάρουν ή να επιδοθούν σε άμεση ικανοποίηση και σε άλλους τομείς (π.χ. ότι δεν ανέφεραν δυσκολίες στην εξοικονόμηση χρημάτων ή να παραμείνουν σε μία αυστηρή δίαιτα).
Τα παιδιά με έλλειψη πατρικής φιγούρας αναπτύσσουν την πεποίθηση ότι oι γονικοί πόροι δεν παρέχονται αξιόπιστα και σταθερά και ότι οι σχέσεις των ενηλίκων είναι παροδικές.
Το αποτέλεσμα αυτής της οπτικής είναι η διαιώνιση μιας στρατηγικής αναπαραγωγής ενός μεγάλου αριθμού παιδιών, με λιγότερη επένδυση σε αυτά.
Αντίθετα, τα παιδιά που μεγαλώνουν σε οικογένειες με την παρουσία του πατέρα, φαίνεται να αναπτύσσουν ένα διαφορετικό σύνολο πεποιθήσεων και προσδοκιών γύρω από την διαθεσιμότητα των πόρων και των ενήλικων σχέσεων. Οι σύντροφοι θεωρούνται έμπιστοι και η σχέση αναμένεται να διαρκέσει. Σε αυτή την περίπτωση, το μοντέλο που κυριαρχεί είναι η αναπαραγωγή λίγων παιδιών και η μεγάλη επένδυση σε αυτά. Είναι πιθανό αυτό το μοτίβο συμπεριφοράς να εμφανιζόταν από την εποχή των προγόνων μας, όπου όταν υπήρχαν οι διαθέσιμοι πόροι συνεπάγονταν και την επένδυση στις σχέσεις των παιδιών, ενώ όταν κυριαρχούσε η έλλειψη, υπήρχε υπερ-αναπαραγωγή.