Μετά κι από τον βαρύ χειμώνα, νιώθεις κι εσύ, όπως και τα παιδιά, σαν να ξύπνησες από τη χειμερία νάρκη. Θέλεις ουρανό, ήλιο, αέρα και κανένα δεντράκι, λουλούδι ή έστω θάμνο να νιώθεις πως η φύση ανθίζει κι έρχονται καλύτερες μέρες. Θυμάσαι τα δικά σου ανοιξιάτικα απογεύματα, ίσως σ’ ένα μεγαλύτερο πάρκο, χωρίς περίφραξη, με μπόλικη άμμο, γρασίδι και τριανταφυλλιές που τ’ αγκάθια τους σε τρυπούσαν χωρίς λύπηση. Εκεί που έτρεχες χωρίς να φοβάσαι τίποτα, χωρίς να σκέφτεσαι τίποτα και χωρίς σταματημό.
Για να ‘χουν τα παιδιά παρόμοιες αναμνήσεις, κι ας έχει το πάρκο περίφραξη, κι ας μην έχει άμμο, γρασίδι ή τριανταφυλλιές, ξεχνάς την κούραση της ημέρας ή και της εβδομάδας και τα πηγαίνεις όσο πιο συχνά μπορείς κι όσο επιτρέπουν και οι δικές τους, πολλές πια, υποχρεώσεις. Παίρνεις τον καφέ στο χέρι και χαίρεσαι την Άνοιξη, την ανοιχτωσιά και την ώρα που έχεις να χαζέψεις, να πιεις καφέ και να μην κάνεις απολύτως τίποτα.
Τα παιδιά θα παίξουνε παρέα, εάν έχεις πάνω από δύο, ή θα βρούνε παρέα. Σε περίπτωση που επισκεφτείτε πάρκο που είναι κοντά σε κάποιο απ’ τα σχολεία τους, η παρέα είναι σχεδόν σίγουρη, γιατί όλο και κάποιο παιδάκι από την τάξη ή από διπλανή τάξη ή απ’ το ολοήμερο ή γνωστό τέλος πάντων θα βρεθεί εκεί για να παίξουνε μαζί. Εάν είσαι κι εσύ τυχερός ή τυχερή και βρεις έναν γονιό με τον οποίο μπορείς να πεις μια κουβέντα, τότε περνάνε όλοι καλά.
Μαζί με τον καφέ, προμηθεύτηκες και κάτι για να «τσιμπήσουνε» φυσικά, καθώς απ’ το πολύ τρέξιμο, σκαρφάλωμα, κούνημα, κ.ο.κ. η πείνα που προκύπτει είναι μεγάλη. Μόλις ανοίξεις οποιοδήποτε πακέτο μπισκότα, γαριδάκια, ποπ κορν ή ότι άλλο που ανήκει στη συνομοταξία «σαβουροφαγία», μη φοβάσαι τι θα κάνεις τα περισσεύματα γιατί δε θα μείνει τίποτα. Τα παιδιά θα πέσουν σαν ακρίδες, μαζί με την παρέα τους, και θα το εξαφανίσουν σε ανύποπτο χρόνο.
Κι όταν πια θα πέσει ο ήλιος, γιατί και τώρα που μεγάλωσε η μέρα κάποια στιγμή σουρουπώνει, θ’ αρχίσεις τα «σε πέντε λεπτά φεύγουμε» έως ότου καταφέρεις να τα μαζέψεις. Θα περπατήσετε αργά, αργά, νωχελικά, μέχρι το σπίτι κι εσύ θα νιώθεις πια για τα καλά την κούραση, ενώ τα μικρά θα σου διηγούνται μ’ ενθουσιασμό τι ακριβώς έκαναν δύο ολόκληρες ώρες με τους φίλους τους. Κι όταν θα φτάσετε πια σπίτι, όπου εάν βρίσκεται δεύτερος γονιός θα σας υποδεχθεί με, ξεκούραστο, χαμόγελο, θα βάλεις τα παιδιά για μπάνιο, ακούγοντας ακόμα τα τιτιβίσματά τους για το «πόσο τέλεια» περάσανε στο πάρκο. Αργότερα θα «ξεραθούνε», καθαρά και κουρασμένα, στον καναπέ κι εσύ θα κάθεσαι ανάμεσα στις κοιμισμένες μορφές τους, ικανοποιημένη με τη μέρα και τη ζωή σου και θα τα κρατάς αγκαλιά για λίγο ακόμα, προτού τα στείλεις στο κρεβάτι τους.
Μαρία Γραμματικοπούλου
Κοινωνιολόγος, Εκπαιδεύτρια Ενηλίκων