in

Τελικά, μπαμπά, είχες σε όλα δίκιο

Πάντα είχε δίκιο. Πάντα οι σκέψεις του είχαν ροή και τα λεγόμενά του διακατέχονταν από γνήσια κι ισχυρά επιχειρήματα. Πάντα μπορούσε να διακρίνει τους ανθρώπους και να τους ψυχολογεί με τον δικό του μοναδικό τρόπο. Εσύ πολλές φορές δεν τους καταλάβαινες, αλλά είχες εκείνον δίπλα σου να σου θυμίζει πως τίποτα δεν είναι όπως φαίνεται κι όπου ακούς πολλά κεράσια να κρατάς μικρό καλάθι.

Μπορεί να έφταιγε το ότι ήσουν ρομαντικό παιδί από κούνια, δύστροπο και παράξενο. Ή ότι πάντα αναζητούσες το τέλειο στις επαφές σου με τους άλλους κι ήθελες να παίρνεις ό,τι δίνεις. Μπορεί ακόμα να ήταν λάθος ότι ονειρευόσουν έναν κόσμο χωρίς υποκρισία και δειλία. Ότι ήθελες να τα πηγαίνεις καλά με όλους. Να ήταν τρελό να πιστεύεις πως οι άνθρωποι δεν είναι κακοί. Αλλά έτσι σε μεγάλωσε. Με αξίες κι ιδανικά.

Ωστόσο, παρ’ όλο που σε ανέθρεψε με όλα τα στοιχεία μιας αξιοπρεπούς προσωπικότητας, πολλές φορές σου έλεγε να μην είσαι ένα αθώο πλάσμα. Να μη σε πατάνε και να μη σε εκμεταλλεύονται. Κι αν τη πατάς καμιά φορά να μπορείς να σηκώνεσαι και να συνεχίζεις με το κεφάλι ψηλά. Κι εσύ του απαντούσες: «ναι, αυτό εννοείται».

Μερικές φορές προσπερνούσες τα λόγια του, γιατί πίστευες πως άρχισε πάλι τα δικά του. Άρχισε πάλι να τον πιάνει το πατρικό ένστικτο και να βάζει σε χρόνο ντε τε τον μονόλογο του αθάνατου Έλληνα πατέρα. Έλεγες «τα ξέρω όλα αυτά, μπαμπά, κι έχεις δίκιο». Και μετά έφευγες απ’ το σπίτι για να κάνεις τις βόλτες σου.

Ποτέ δεν τα επεξεργάστηκες σε βάθος αυτά που έλεγε, σχεδόν, μέρα παρά μέρα. Γιατί από ένα σημείο και μετά δε σου φαίνονταν πρωτότυπα. Τα άκουγες και από τους πατεράδες των φίλων σου και ψιθύριζες, «καλά, όλοι τα ίδια λένε στα παιδιά τους τελικά».

Ήρθε, όμως, η ώρα. Ο μπαμπάς σου επαληθεύτηκε πολύ γρήγορα και πολύ εύκολα. Οι άνθρωποι είναι περίεργοι και φεύγουν. Δεν είναι εκεί στα δύσκολα. Είχε δίκιο ότι θα έρθει η στιγμή που κάποιος θα σε προδώσει, θα σου πει βαριά ψέματα, θα σου φερθεί σαν μαύρο πρόβατο.

Τώρα το καταλαβαίνεις. Τώρα που νιώθεις ένας μικρός ανθρωπάκος και τον χρειάζεσαι. Θέλεις την προστασία του, την αγκαλιά του και τη ζεστασιά του. Θέλεις να σου λέει συνέχεια τα ίδια. Ξανά και ξανά. Δε βαριέσαι, πλέον, να τα ακούς. Γιατί είναι τα μόνα επαναλαμβανόμενα κι ανακυκλώσιμα αληθινά λόγια που έχεις ακούσει ως τώρα. Τα μόνα λόγια που ακούγονται από ένα αξιόπιστο στόμα. Τα μόνα λόγια που έχουν δόσεις περηφάνιας και σεβασμού. Τα μόνα λόγια που μπορούν να σε σηκώσουν όταν νιώθεις πως έχεις πέσει σε βάλτο με σκατά.

Τον θέλεις δίπλα σου. Να σε πάρει ξανά εκείνη τη βόλτα, που όλα μοιάζουν χρωματιστά κι ιδανικά πλασμένα. Που δεν υπάρχει πονηριά, καταπόνηση, φθορά κι οι λέξεις δεν ντρέπονται. Γιατί είναι ο μόνος που έχει αυτό το χάρισμα. Να κάνει τις λέξεις να φαίνονται από φτωχές πλούσιες, από μικρές μεγάλες, από άσχημες όμορφες.

Θέλεις να δεις τον κόσμο, έτσι όπως σου έλεγε πως θα έπρεπε να είναι. Ανοιχτός, καλοπροαίρετος κι έξυπνος. Γιατί θυμάσαι πως έλεγε ότι ο κόσμος είναι χαζός. Χαζός, γιατί ασχολείται με ανούσια πράγματα τύπου πώς θα πιάσει την καλή, πώς θα βγει πρώτος, πώς θα αποκτήσει ποσότητα κι όχι ποιότητα. Σου έλεγε πως δεν ξέρει να παίζει το παιχνίδι της ζωής με δυνατή στρατηγική. Και τον ρωτούσες, «ποια είναι αυτή η στρατηγική, μπαμπά;».

Τότε ο μονόλογός του, μπορούσε να γίνει βιβλίο. Έξυπνη στρατηγική, έλεγε, είναι να μην ακούς κανέναν. «Να μην απολογείσαι, να μην εξηγείς αυτονόητα πράγματα σε ανθρώπους που η νοημοσύνη τους δε συμβαδίζει με τη δική σου. Να μην ψάχνεις βελόνες στ’ άχυρα. Να μην ασχολείσαι με τελευταία επίπεδα, γιατί εγώ σε μεγαλώνω για τα πρώτα. Να αντιλαμβάνεσαι την ομορφιά σου, να μη ρίχνεις τον εαυτό σου, να είσαι ένας δυνατός άνθρωπος, να μη σε νοιάζει αν θα είσαι σε όλους αγαπητός, να μη δίνεις σημασία στην ύλη, αλλά στο πνεύμα. Να αγαπάς, να νοιάζεσαι και να ξέρεις πώς να μοιράζεσαι. Να μη λες ψέματα, να είσαι ο αφέντης του μυαλού σου, να μην επηρεάζεσαι από λόγια τρίτων».

Πόσο δίκιο είχε ο μπαμπά σου, τότε; Κι εσύ, μάλλον, από την υπερευαισθησία σου ανοίχτηκες περισσότερο απ’ όσο θα έπρεπε. Τα άκουσες όλα αυτά, αλλά τα έκανες μάλλον με λάθος ανθρώπους. Προσπέρασες τη φράση του, «Ασχολούμαστε μόνο με ανθρώπους που απέχουν πολύ απ’ τον κομπλεξισμό, με αυτούς που δεν είναι σαδιστές και δεν τη βρίσκουν με το να μας κοροϊδεύουν». Γιατί, έλεγε αυτοί δεν έχουν άποψη, δεν έχουν στιλ.

Και σε αυτό το σημείο, θα ήθελες να του πεις: «Είσαι πολύ αυθεντικός, μπαμπά, δε φοβάσαι να πεις αυτό που πιστεύεις κι είμαι ευγνώμων που είμαι το δικό σου παιδί». Θέλεις να του φωνάξεις: «Είσαι ο ήρωάς μου, μπαμπά. Έλα να σε αγκαλιάσω».

pillowfights.gr

Μπαμπάς για…δέσιμο!

«Αφού γίνεις γονιός σταματάνε όλα…» Δε νομίζω!