Της Λένας Παπαδημητρίου
Μια 46χρονη εργαζόμενη, μητέρα μιας 16χρονης εφήβου, μου περιέγραφε προ ολίγων εβδομάδων το ημερήσιο πρόγραμμά της. «Ξυπνάω στις 5.30 για να μαγειρέψω και να είμαι στο γραφείο όσο πιο νωρίς γίνεται, συνήθως κατά τις 7. Θέλω να επιστρέψω στο σπίτι εγκαίρως για να είμαι κοντά στο παιδί, που εφέτος έχει άπειρο διάβασμα». «Και τι ώρα κοιμάσαι το βράδυ;» τόλμησα αφελώς να τη ρωτήσω. «Εννοείται ότι στις 10 ήδη ροχαλίζω». Δεν χρειάστηκε να πούμε τίποτε άλλο. Ανταλλάξαμε ένα βλέμμα (παραίτησης) όλο νόημα. Οταν εργάζεσαι, η ημερήσια γονεϊκή ρουτίνα δεν αφήνει ζωτικό χώρο για τίποτε, μα τίποτε άλλο. Ας μην αυταπατώμεθα. Ο σύζυγος /σύντροφος είναι πλέον, για να καταφύγω στα γλυκερά επικοινωνιακά σλόγκαν της τελευταίας προεκλογικής περιόδου, κάτι σαν «αναγκαίο καλό», μια επιβεβλημένη cohabitation για την ανατροφή των παιδιών. Στην Ελλάδα της κρίσης ο γάμος μοιάζει σχεδόν να έχει επανασχεδιαστεί πάνω στη μία και μοναδική αξία της πλήρως αφοσιωμένης γονεϊκότητας (άλλως ειπείν του «υπεργονεϊσμού»).
Πάλι καλά που όλο και περισσότεροι ειδικοί κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου. Οι γονείς οφείλουν να θέτουν όρια στον εαυτό τους. Διότι υπερεστιάζοντας στο παιδί, καταβαραθρώνουν τον γάμο τους. Στο βιβλίο του «Εκπαιδεύοντας τα παιδιά. Ορια στην παιδική παντοδυναμία» που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Κέλευθος, ο αιρετικός γάλλος παιδίατρος (με καταγωγή από τη Λιβύη) Αλντό Ναουρί επιβεβαιώνει την πλήρη υποταγή των σύγχρονων γονέων στο ναρκισσιστικό σύμπαν του παιδιού. Υπενθυμίζει ότι η σχέση μεταξύ τους έρχεται σε δεύτερη μοίρα, ο γάμος τους απαξιώνεται, γίνεται και αυτός παιδοκεντρικός (προσωπικώς έχω ακούσει κάμποσα ζευγάρια να κοιμούνται στο διπλό κρεβάτι με τον επτάχρονο γιο ή την κόρη ανάμεσά τους), ένας ντεμοντέ θεσμός που υπάρχει για να «ασκεί γοητεία» σε μικρά, τυραννικά και άκρως χειριστικά πλάσματα.
Ομολογώ ότι βρίσκω λίαν ανακουφιστική την προτροπή του του Ναουρί «… να αντικαταστήσουμε το σύγχρονο κοινωνικό αίσθημα “πρώτα το παιδί” με ένα άλλο σύνθημα του τύπου “πρώτα το ζευγάρι”». Στηλιτεύοντας τη «γλυκερή ψευδοστοργή» των σημερινών γονιών που δεν διαπαιδαγωγεί, αλλά διαιωνίζει την αίσθηση της παιδικής παντοδυναμίας, ο γάλλος ειδικός ενθαρρύνει τους γονείς (ιδιαίτερα τη μητέρα) να επανακτήσουν τα απολεσθέντα κομμάτια του εαυτού τους. «Αυτό που ήθελα να δείξω», γράφει στο βιβλίο του, «ήταν ότι όταν ο άντρας συνεχίζει να επενδύει στη σχέση με τη γυναίκα του, τη βοηθά να ξαναβρεί τη θηλυκότητά της, η οποία κι αν δεν χάθηκε εντελώς, οπωσδήποτε ναρκώθηκε εξαιτίας της μητρότητας…». «Η υγεία των παιδιών διαπλάθεται στο κρεβάτι των γονιών τους» που διακήρυττε, εκεί γύρω στο 1970, ο ουγγρικής καταγωγής ψυχαναλυτής Μάικλ Μπάλιντ.
Για τη θυσία του γάμου στον βωμό της ανατροφής των παιδιών τα έχει πει έξω από τα δόντια και ο Ντέιβιντ Κόουντ, ψυχοθεραπευτής και συνεργάτης της «The Wall Street Journal», στο βιβλίο του «To Raise Happy Kids, Put Your Marriage First» («Για να μεγαλώσεις ευτυχισμένα παιδιά, βάλε πρώτα τον γάμο σου», 2010). «Ο Νο 1 μύθος της γονεϊκότητας στις μέρες μας», επέμενε ο Κόουντ, «είναι ότι όσο πιο πολλή προσοχή δώσουμε στο παιδί, τόσο καλύτερη η ανάπτυξή του. Ομως οι γονείς το έχουμε πλέον παρακάνει: ο υπεργονεϊσμός περισσότερο βλάπτει παρά ωφελεί. Οι οικογένειες που επικεντρώνουν σε αυτόν δημιουργούν αγχωμένους και εξαντλημένους γονείς και απαιτητικά, μονίμως ανικανοποίητα τέκνα. Οι γονείς σήμερα θυσιάζουμε πολύ εύκολα τις ζωές και τους γάμους μας για τα παιδιά μας…» (π.χ. δεν είναι τυχαίο ότι το Σαββατοκύριακο η ζωή της μέσης ελληνικής φαμίλιας περιστρέφεται σχεδόν αποκλειστικά γύρω από παιδικά πάρτι και διαγωνίσματα μαθηματικών, με τους γονείς να έχουν «τσιμεντώσει» τη μεταξύ τους ζωή). Τελικά, τοποθετώντας ένα κακομαθημένο πιτσιρίκι στην κορυφή του οικογενειακού οικοδομήματος, είναι σαν να προεξοφλείς την ισοπέδωσή του. Κάτι σαν εκείνο το «Τhere were three of us in this marriage» («Ημασταν τρεις σε αυτόν τον γάμο») της αδικοχαμένης Λαίδης Ντι, κατά τι διαφοροποιημένο.