Απαρατήρητη πέρασε η είδηση για την απόσυρση του βιβλίου Μαθηματικών της Ε΄ Δημοτικού και την αντικατάστασή του από νέο σχολικό εγχειρίδιο. Αντίθετα, ιδιαίτερα προβλήθηκε από τα ΜΜΕ η συγκέντρωση διαμαρτυρίας που οργάνωσαν χριστιανικά σωματεία και θεολόγοι την Κυριακή 4 Μαρτίου στα Προπύλαια, προκειμένου να εκφράσουν την αντίθεσή τους στην απόφαση του υπουργείου Παιδείας για αλλαγές το μάθημα των Θρησκευτικών.
Ο ιδεολογικός προσανατολισμός της κατήχησης και του θρησκευτικού φρονηματισμού, αλλά και το προνόμιο της Εκκλησίας να έχει καθοριστικό λόγο για τα αναλυτικά προγράμματα και τα σχολικά εγχειρίδια, αποτελούν δομικά χαρακτηριστικά ενός εκπαιδευτικού συστήματος που συντηρεί αδιάλειπτα προαστικές αξίες. Και αυτά τα χαρακτηριστικά δεν έχουν αμφισβητηθεί από καμία κυβέρνηση και καμία ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας, συμπεριλαμβανομένης και της σημερινής. Αντίθετα, κανένα απολύτως ενδιαφέρον δεν έχουν επιδείξει, τόσο οι φορείς αυτών των προαστικών αξιών όσο και τα ΜΜΕ για εκπαιδευτικά ζητήματα καθοριστικής σημασίας όπως η διδασκαλία των θετικών επιστημών και οι ανεπάρκειες των σχετικών σχολικών εγχειριδίων.
Η απόσυρση του βιβλίου μαθηματικών της Ε΄ Δημοτικού ανακοινώθηκε με την ΥΑ Φ.31/35496/Δ/1-3-2018, η οποία ορίζει ότι για το σχολικό έτος 2018-19 εγκρίνεται νέο σχολικό εγχειρίδιο. Δεν έχουμε εικόνα του νέου εγχειριδίου, ωστόσο πιστεύουμε ειλικρινά ότι είναι σχεδόν ακατόρθωτο να υπάρξει βιβλίο μαθηματικών χειρότερο από το προηγούμενο.
Χρειάστηκαν 11 ολόκληρα χρόνια για να αποσυρθεί ένα σχολικό βιβλίο που κατά γενική ομολογία συγκέντρωσε τις πλέον αρνητικές κριτικές από την εκπαιδευτική κοινότητα και αποτέλεσε το χειρότερο εφιάλτη μαθητών, δασκάλων και γονιών. Ένα βιβλίο χωρίς δομή, χωρίς καμία λογική συνέχειας, με πλήθος λαθών, λανθασμένων διατυπώσεων προβλημάτων, λανθασμένων διατυπώσεων μαθηματικών σχέσεων, αδικαιολόγητα υψηλής δυσκολίας, ένα βιβλίο με μια εξόχως αριστοκρατική και ελιτίστικη λογική, αν υποθέσουμε ότι είχε κάποια λογική.
Αν υπολογίσουμε ότι μια σχολική τάξη αριθμεί πάνω από 100.000 μαθητές, περίπου 1.200.000 μαθητές, οι οικογένειές τους καθώς και χιλιάδες δασκάλες και δάσκαλοι ταλαιπωρήθηκαν αφάνταστα αυτά τα 11 χρόνια, ενώ ανυπολόγιστες είναι οι αρνητικές συνέπειες της χρήσης του στη διδακτική πράξη. Αντί να συμβάλει στη διαδικασία συγκρότησης μαθηματικής σκέψης, έντεινε ακόμα περισσότερο τα φαινόμενα σχολικής αποτυχίας. Αντί να δημιουργεί ελκυστικά περιβάλλοντα μάθησης όξυνε τα φαινόμενα μαθηματικοφοβίας, αποστροφής προς τα μαθηματικά. Χαρακτηριστικό είναι ότι την πρώτη σχολική χρονιά που εισήχθη το συγκεκριμένο εγχειρίδιο, γνωστός εκδοτικός οίκος που είχε εκδώσει βοήθημα με λύσεις των ασκήσεων από ομάδα μαθηματικών, υποχρεώθηκε να κυκλοφορήσει δωρεάν πολυσέλιδο φυλλάδιο για τις λανθασμένες λύσεις των ασκήσεων που είχε το βοήθημα!
Θα άξιζε πραγματικά τον κόπο να ερευνηθεί έστω σε ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα, ποιο ποσοστό δασκάλων χρησιμοποίησε αυτό το βιβλίο και ποιες είναι οι απόψεις και οι εμπειρίες τους (το ΙΠΕΜ – ΔΟΕ θα μπορούσε ενδεχομένως να σχεδιάσει μια τέτοια έρευνα). Και για όσους επιμένουν ότι κάποια μορφή αξιολόγησης είναι απαραίτητη και μπορεί να συμβάλλει στη βελτίωση του σχολικού θεσμού, να θυμίσουμε μόνο ότι το συγκεκριμένο σχολικό εγχειρίδιο (όπως και όλα τα υπόλοιπα) αξιολογήθηκε από σχετική επιτροπή (βλ. σχετικά σ.2 του εγχειριδίου) στην οποία συμμετείχε ένας καθηγητής πανεπιστημίου, ένας σχολικός σύμβουλος και ένας εκπαιδευτικός. Και κρίθηκε κατάλληλο! Να συμπληρώσουμε εδώ, ότι αντίθετα με το εγχειρίδιο της Ε΄ Δημοτικού που αποσύρθηκε, το αντίστοιχο εγχειρίδιο της Β΄ Δημοτικού δυστυχώς εγκρίθηκε και πάλι για την επόμενη σχολική χρονιά.
Ωστόσο, για να αντιμετωπιστεί ριζικά το φαινόμενο της σχολικής αποτυχίας, δεν αρκεί η αντικατάσταση ενός απαράδεκτου εγχειριδίου. Για παράδειγμα, ο μόνος σοβαρός λόγος για τον υψηλό βαθμό δυσκολίας και το ιδιαίτερα ανεβασμένο επίπεδο στόχων για την Ε΄ Δημοτικού είναι να υπηρετηθεί η όξυνση της σχολικής αποτυχίας που σε μεγάλο βαθμό έχει ταξικό πρόσημο. Χρειάζεται να επεξεργαστούμε προτάσεις όπως η διαμόρφωση νέων αναλυτικών προγραμμάτων, η μείωση της ύλης, η ορθολογική κατανομή της, ο επανακαθορισμός των διδακτικών στόχων ανά τάξη, αλλαγές στη διδακτική μεθοδολογία, τμήματα με λιγότερους μαθητές, ανάπτυξη λογισμικών με ελκυστικά περιβάλλοντα μάθησης, στήριξη των μαθητών που παρουσιάζουν μαθησιακές δυσκολίες. Και όλα τα παραπάνω, πρέπει να αποτελέσουν διεκδικήσεις του οργανωμένου εκπαιδευτικού κινήματος που δεν πρέπει να ξεχνά τη βασική θέση που επεξεργάστηκε ο Paulo Freire: η διδασκαλία είναι πολιτική πράξη και παράγει συγκεκριμένα εκπαιδευτικά αλλά και κοινωνικά αποτελέσματα.