Τα συναισθήματα του βρέφους προς τον πατέρα… είναι ανάμεικτα και αυτό ισχύει τόσο για το κορίτσι όσο και για το αγόρι. Το ενός έτους παιδί είναι πλέον σε θέση να αντιληφθεί τους γονείς του ως ζευγάρι και το γεγονός αυτό δεν το δέχεται με ευχαρίστηση. ‘Όταν το βρέφος αντιλαμβάνεται ότι οι γονείς έχουν μια αμοιβαία φιλική και υποστηρικτική σχέση, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι αισθάνεται ασφάλεια. Με το δίκιο του πολλές φορές επιθυμεί να συμπεριλαμβάνεται σ’ αυτή τη σχέση.
‘Όταν ο πατέρας επιστρέφει στο σπίτι και οι γονείς συζητούν μεταξύ τους, θέλει να παίρνει μέρος στη συζήτηση, ιδιαίτερα όταν έχει μάθει κάποια καινούρια λέξη ή έχει ανακαλύψει κάτι καινούριο. Αυτό προέρχεται από την επιθυμία του να το θεωρούν μέλος της οικογένειας που έχει δική του ατομικότητα. Αλλά και πάλι τα συναισθήματά του είναι ανάμεικτα. Η σχέση των γονιών του του προκαλεί συναισθήματα θυμού και ζήλιας και επιθυμεί να τους κρατήσει χωριστά. Για παράδειγμα, μπορεί να αρνείται να πηγαίνει για ύπνο το βράδυ ή να πηγαίνει ξαφνικά στο κρεβάτι τους μπαίνοντας ανάμεσά τους και να αρνείται να επιστρέφει στο δικό του κρεβάτι. Τώρα που μπορεί να κινείται κάνει την παρουσία του αισθητή με αυτό τον τρόπο. Στη διάρκεια της ημέρας η επιθυμία του για «συμμετοχή» μπορεί να κρύβει την επιθυμία του να τους σταματήσει να είναι μαζί. ‘Όταν ο Μάικλ, είκοσι τριών μηνών, φώναζε με οργή «’Όχι κουβέντα!», χτυπώντας δυνατά το δίσκο της καρέκλας του, τους έδινε ξεκάθαρα να καταλάβουν ότι το έβρισκε πολύ δύσκολο να αντέξει το ενδιαφέρον που είχαν οι γονείς του ο ένας για τον άλλο.
Οι διαφορετικές αντιδράσεις των αγοριών και των κοριτσιών προς τον κάθε γονιό γίνονται περισσότερο αισθητές τον πρώτο χρόνο. Για το αγόρι ο πατέρας αποτελεί μια μορφή που θαυμάζει πολύ και θέλει να του μοιάσει και να ταυτιστεί μαζί του. Ωστόσο, το αγόρι αυτής της ηλικίας εξακολουθεί να τρέφει έντονα κτητικά συναισθήματα προς τη μητέρα του, έτσι ώστε ο πατέρας να γίνεται πολλές φορές ένας τεράστιος και απειλητικός αντίπαλος ο οποίος θέλει να απομακρύνει τη μητέρα και θυμώνει με το γιο του που θέλει τη μητέρα δική του. Το κορίτσι, όπως και το αγόρι, είναι επίσης έντονα συνδεδεμένο με τη μητέρα του και αρχίζει να ταυτίζεται μαζί της. Η επιθυμία του κοριτσιού να έχει μια στενή και ιδιαίτερη σχέση με τον πατέρα, το κάνει να αισθάνεται αντιπαλότητα προς τη μητέρα, από την οποία ακόμη εξαρτάται. Τα κοριτσάκια συχνά είναι τρυφερά και σαγηνευτικά προς τους πατεράδες, σε βαθμό που πολλές φορές κάνουν τη μητέρα να αισθάνεται παραγκωνισμένη και πληγωμένη. Πολλές φορές η προτίμηση που δείχνει το παιδί για τον ένα ή τον άλλο γονιό είναι τόσο εμφανής, που γίνεται δύσκολο για τους γονείς να ελέγχουν τα συναισθήματα που τους δημιουργούνται, ιδιαίτερα σε περιόδους που διαπληκτίζονται ή τρέφουν θυμό ο ένας για τον άλλον.
Σ’ αυτή την ηλικία, τόσο τα αγόρια όσο και τα κορίτσια, δείχνουν να αντιδρούν πιο έντονα στο θυμό ή στην αποδοκιμασία του πατέρα από ό,τι της μητέρας. Αυτό συνέβη με την Άννα όταν ήταν είκοσι μηνών. ‘Όταν άκουσε το κλειδί του πατέρα της στην πόρτα, έτρεξε να τον υποδεχτεί με ενθουσιασμό. Ο πατέρας της είχε σηκώσει τα μπουκάλια με το γάλα που ήταν στην είσοδο και η Άννα επέμενε να της δώσει να μεταφέρει ένα στην κουζίνα. Μέσα στον ενθουσιασμό της το έριξε κάτω, το μπουκάλι έσπασε και το πάτωμα γέμισε γυαλιά και γάλα. Ο πατέρας της, καθώς ένιωσε στιγμιαία απόγνωση, της μίλησε πολύ θυμωμένα και η Άννα ζάρωσε στη γωνιά. Ξέσπασε σε γοερά αναφιλητά και έτρεξε στη μητέρα της, η οποία τη σήκωσε στην αγκαλιά της και την παρηγόρησε. Πέρασε αρκετή ώρα ώσπου να ηρεμήσει και να αποκαταστήσει τις φιλικές σχέσεις με τον πατέρα της. Θα έλεγε κανείς πως η μεγάλη της επιθυμία να τον ευχαριστήσει και να του δείξει πόσο έξυπνη ήταν κατέληξε σε αποτυχία και αυτό ήταν κάτι πολύ οδυνηρό για να το αντέξει.
Κείμενο της ψυχοθεραπεύτριας Ντέμπορα Στάινερ