Μη φανταστείς ότι θα έχεις τις ώρες της ησυχίας σου όπως πριν.
Μη φανταστείς ότι δε θα καταπατηθούν τα δικαιώματά σου.
Μη φανταστείς ότι δε θα πενταπλασιαστούν οι υποχρεώσεις σου.
Μη φανταστείς, επίσης, ότι θα πίνεις τον πρωινό σου καφέ σουλατσάροντας στο ίντερνετ με τις ώρες.
Μη φανταστείς ότι θα βλέπεις στην τηλεόραση τα σίριαλ που έβλεπες ή ότι θα ακούς τη μουσική που άκουγες.
Πολύ περισσότερο μη φανταστείς ότι μπορείς να λείπεις ατέλειωτες ώρες από το σπίτι.
Μη φανταστείς ότι μπορείς να προσπερνάς προβλήματα ή συζητήσεις που σε θέλουν εκεί.
Μη φανταστείς, με λίγα λόγια, ότι δε θα αλλάξει ο – προ παιδιών – ρυθμός της ζωής σου.
Γιατί αν κάτι τέτοιο είναι που φαντάζεσαι θα πέσεις από τα σύννεφα όταν μια ωραία πρωία αποφασίσεις να το παίξεις μαμά ή μπαμπάς και συνειδητοποιήσεις ότι τίποτα δεν έγινε όπως το υπολόγιζες.
Το παιδί σου, για παράδειγμα, μπορεί να έχει να πατήσει κάνα μήνα στο σχολείο.
Μπορεί να μην ανοίγει βιβλίο από την αρχή του χρόνου.
Μπορεί να άρχισε το κάπνισμα ή το ποτό ή τίποτα χειρότερο και να μην πήρες μυρωδιά.
Μπορεί να έμπλεξε σε παρέες με ξυρισμένα κρανία.
Μπορεί να κάνει bullying σε συμμαθητές του.
Να μιλάει με παιδεραστές στο φέισμπουκ.
Μπορεί να έχει βυθιστεί σε κατάθλιψη.
Να γράφει στα παλαιότερα των υποδημάτων του τις παρατηρήσεις σου.
Ή μπορεί πολύ απλά να μη θέλει να σε βλέπει στα μάτια του
Μην ξαφνιάζεσαι. Τα πράγματα, ξέρεις, δε συμβαίνουν μαγικά γύρω μας. Τα παιδιά δε μεγαλώνουν μόνα τους για να γίνουν ξαφνικά λαμπροί επιστήμονες όπως ονειρεύεσαι. Τίμιοι πολίτες όπως εύχεσαι. Ή απλά ευτυχισμένοι άνθρωποι, όπως είναι η βαθύτερη επιθυμία σου.
Θέλει κόπο όλο αυτό. Θέλει χρόνο. Θέλει να θέλεις να είσαι γονιός. Όχι κατ’ όνομα. Ουσιαστικά γονιός.
Πρέπει να χύσεις ιδρώτα, μεταφορικά και κυριολεκτικά, μέρα με τη μέρα για χρόνια ολόκληρα προκειμένου να δεις το σημαντικότερο έργο της ζωής σου (κακά τα ψέματα αλλά όταν έχεις παιδιά αυτό είναι) να αποκτά έστω ρίζες που θα το στηρίζουν στα δύσκολα και θα το ‘’σηκώνουν’’ στα στραβοπατήματα.
Να είσαι εκεί, λοιπόν. Στα ατέλειωτα πρώτα άυπνα βράδια. Στα κουραστικά απογεύματα που διαβάζεις ιστορία ή ελέγχεις ορθογραφία και ασκήσεις αριθμητικής. Στα ‘’άχαρα’’ παιδικά πάρτι. Στις ‘’βαρετές’’ συνελεύσεις του Συλλόγου Γονέων. Στις βόλτες στις παιδικές χαρές. Να παίζεις μαζί τους. Να συζητάς ακόμα κι όταν νομίζεις ότι δεν είναι σε ηλικία να καταλάβουν. Και αργότερα να είσαι εκεί. Να τα πηγαίνεις στις δραστηριότητές τους. Να ξαγρυπνάς για να τα γυρίζεις σπίτι από τις βραδινές εξόδους τους. Να βάζεις κανόνες. Και να ελέγχεις ότι τηρούνται. Και πάλι να συζητάς. Και να ακούς.
Κολλητός φίλος τους όταν πρέπει αλλά γονιός τους κάθε φορά.
Μάντης, ξέρεις, δεν οφείλει να είναι κανείς – πόσο μάλλον τα παιδιά – για να προβλέπουν τις αντιρρήσεις που τυχόν θα εξέφραζες αν ήσουν εκεί. Μην θυμώνεις αλλά θα σπάσεις τα μούτρα σου όταν, μετά τόσα χρόνια ‘’απουσίας’’ σου, κάπου κοντά στα δεκάξι ή δεκαεπτά τους, σκεφτείς ότι ήρθε η ώρα να μαζέψεις τα ασυμμάζευτα.
– Καλά, τώρα το θυμήθηκες;
Και μην μπεις καν στον κόπο να τα στραβοκοιτάξεις, να τα επιπλήξεις ή ακόμα χειρότερα να τα απειλήσεις με τιμωρίες και τσαμπουκάδες. Ο σεβασμός χτίζεται. Η αγάπη κερδίζεται.
Έχασες και δεν ήταν παιχνίδι.
Είπαμε: γονιός εκ των υστέρων δε γίνεσαι.